Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Γιώργος Μπέτης: Για να πάμε αλλιώς, θέλει «Λάντζα»


Γιώργος Μπέτης: Για να πάμε αλλιώς, θέλει «Λάντζα»

«Ο χώρος του επισιτισμού είναι δύσκολος. Σε αυτόν εργάζονται χιλιάδες εργαζόμενοι, με όλες τις πιθανές εργασιακές συνθήκες ακόμα και μέσα στην ίδια την επιχείρηση. Θα βρεις εργαζόμενους με μόνιμη σχέση εργασίας, εποχιακούς, βάουτσερ, με σύμβαση έργου. Αυτό διαμορφώνει μια κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη», δηλώνει στο Πριν ο Γιώργος Μπέτης, μέλος της αγωνιστικής εργατικής συσπείρωσης στον επισιτισμό-τουρισμό «Λάντζα».

Συνέντευξη στον Κυριάκο Νασόπουλο

Πες μας δυο λόγια για την «Λάντζα». Τι ακριβώς είναι και πώς δημιουργήθηκε;

Η «Λάντζα» είναι μια εργατική συσπεί­ρωση στο χώρο του επισιτισμού-τουρισμού. Πρόκειται ουσιαστικά για μια συλλογικότητα από ανθρώπους που δουλεύουν στο συγκε­κριμένο κλάδο και οι οποίοι, αντιλαμβανόμε­νοι την όλη δυσκολία της κατάστασης, τόσο σε επίπεδο εργασιακών συνθηκών όσο και σε επίπεδο κενού εκπροσώπησης και συλλογι­κής διεκδίκησης στον κλάδο, αποφάσισαν να δημιουργήσουν το σχήμα αυτό. Η «Λά­ντζα» δημιουργήθηκε με σκοπό να καταφέ­ρει να ενώσει το σύνολο των εργαζομένων στον κλάδο και να περιλαμβάνει κάποια ανα­γκαία κατά τη γνώμη μας αιτήματα, όπως μό­νιμη και σταθερή δουλειά, αυξήσεις στους μι­σθούς, να μάχεται ενάντια στις πολιτικές που προωθούν κυβέρνηση-ΕΕ-ΔΝΤ, να προβάλ­λει και να ενισχύσει τον κρίσιμο παράγοντα, ειδικά την εποχή αυτή, της συλλογικής διεκ­δίκησης. Και, ασφαλώς, να αποτελέσει μια νέα δύναμη μέσα στο υπάρχον συνδικαλι­στικό και εργατικό κίνημα, που θα προτάσ­σει και θα παλεύει όλα τα παραπάνω.

Στα λίγα αυτά χρόνια παρέμβασής σας, τι έχετε καταφέρει; Ποια είναι η απήχησή σας στους χώρους δουλειάς;

Θα λέγαμε ότι βρισκόμαστε ακόμα σε πρωτόλειο στάδιο. Προφανώς προσπαθού­με με όλες μας τις δυνάμεις να μπούμε στους χώρους εργασίας, να συνομιλήσουμε με τους συναδέλφους για τα διάφορα προβλήματα που προκύπτουν ανά περίπτωση αλλά και συνολικά, να μπορέσουμε να επικοινωνήσου­με την αντίληψη μας για το πώς εμείς θεω­ρούμε ότι πρέπει να «πάνε τα πράγματα», να βάλουμε το σύνολο της πολιτικής μας άπο­ψης και αντίληψης. Είναι δεδομένο ότι χρει­άζεται μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσου­με να καταφέρουμε μια παγίωση μας στους χώρους δουλειάς. Νομίζω, πάντως, πως ήταν σημαντική και η παρουσία μας στις εκλογές του Συνδικάτου Επισιτισμού-Τουρισμού-Ξε­νοδοχοϋπαλλήλων Αττικής, όπου καταφέρα­με, παρά τα λίγα χρόνια που υπάρχουμε σαν σχήμα, να πάρουμε μια έδρα στο ΔΣ του συν­δικάτου. Σημειωτέον ότι πρόκειται για ένα αρκετά μεγάλο συνδικάτο και με μεγάλη συμ­μετοχή στις αρχαιρεσίες του.
Στις πρόσφατες εκλογές του ΣΕΤΕΠΕ στην Θεσσαλονίκη, κάνατε λόγο για εκφυλι­στικά φαινόμενα με στόχο την περιθωριοποί­ηση, την πολιτική απομόνωση και αποκλει­σμό της «Λάντζας». Τι ακριβώς έχει συμβεί;
Στη Θεσσαλονίκη, όπως και στην Αθήνα, το σχήμα μετράει λίγο καιρό ζωής. Αποφασί­σαμε λοιπόν να συμμετέχουμε στις εκλογές εκεί με όλες μας τις δυνάμεις, προκειμένου να καταφέρουμε και εμείς να εκφράσουμε ένα συνολικό ρεύμα αμφισβήτησης αλλά και άλ­λης αντίληψης στο εργατικό κίνημα. Από την αρχή που παρουσιαστήκαμε και δηλώσαμε την παρουσία μας για τις εκλογές, άρχισαν οι «δολιοφθορές». Μια συντονισμένη προ­σπάθεια όλων των παρατάξεων που συμμε­τείχαν ήδη στο σωματείο για αποκλεισμό του εκλογικού μας κατεβάσματος, η οποία ξεκί­νησε από την πλήρη και ευθεία αμφισβήτη­ση του αν οι άνθρωποι που συσπειρώνονται στο ψηφοδέλτιο μας δουλεύουν στον κλά­δο (μπορεί πολύ εύκολα να αποδειχθεί ότι όποιος συμμετείχε πραγματικά δουλεύει, σε αντίθεση με κάποιες περιπτώσεις στα άλλα ψηφοδέλτια) και έφτασε μέχρι και στο σκί­σιμο, κυριολεκτικά, ψηφοδελτίου μας. Αυ­τό ήταν και το πιο σημαντικό και «χοντρό», καθώς έκρινε εν τέλει και το αν θα παίρνα­με ή όχι έδρα στο ΔΣ. Χαρακτηριστικό είναι ότι και η δικαστική αντιπρόσωπος πρότεινε να μετρήσει σαν έγκυρο, αλλά εν τέλει η εφο­ρευτική επιτροπή (με τη σιωπηλή αποδοχή των υπόλοιπων παρατάξεων) αποφάσισε ότι είναι άκυρο. Όπως καταλαβαίνετε, μετά από τέτοια φαινόμενα, εγείρεται το ερώτημα κα­τά πόσο τέτοια φαινόμενα είναι εκφυλιστικά για το ίδιο το εργατικό κίνημα.
Σε ότι αφορά τώρα τους χώρους δου­λειάς, ποιες είναι οι συνθήκες εργασίας που επικρατούν στο χώρο του επισιτισμού;
Ο χώρος του επισιτισμού είναι ένας δύ­σκολος χώρος θα έλεγα. Σε αυτόν εργάζονται χιλιάδες εργαζόμενοι, με όλες τις πιθανές ερ­γασιακές συνθήκες ακόμα και μέσα στην ίδια την επιχείρηση. Πρόκειται δηλαδή για ένα χώρο που θα βρεις εργαζόμενους με μόνι­μη σχέση εργασίας, εποχιακούς, βάουτσερ, με σύμβαση έργου κλπ. Αυτό, όπως γίνεται αντι­ληπτό, διαμορφώνει και μια κατάσταση εξαι­ρετικά δύσκολη. Είναι κυρίαρχο στον κλάδο, ειδικά στις μικρότερες επιχειρήσεις, το καθε­στώς της μαύρης και απλήρωτης εργασίας, των πλήρως εξαθλιωμένων συνθηκών εργα­σίας, με τη συντριπτική πλειοψηφία των κα­ταστημάτων, όπου απασχολούνται οι συνά­δελφοι, να μην τηρούν τους στοιχειώδεις κα­νόνες υγιεινής και ασφαλείας. Δεν είναι άλ­λωστε μακριά και το πρόσφατο γεγονός στα Έβερεστ στην πλατεία Βικτωρίας, όπου σκο­τώθηκε μια συναδέλφισσα από έκρηξη στο κατάστημα. Τέλος, πολύ σημαντικό είναι και το κομμάτι της εργοδοτικής τρομοκρατίας, η οποία μπορεί να εντοπιστεί σε όλα σχεδόν τα καταστήματα του κλάδου και αποκτά δια­στάσεις επιδημίας.
Το πρόσφατο συμβάν στο κατάστημα των Έβερεστ στην Αθήνα, γιατί το χαρακτηρίσα­τε στις ανακοινώσεις σας εργοδοτικό «έγκλη­μα»;
Πρόκειται ξεκάθαρα για έγκλημα και δο­λοφονία από την πλευρά της εργοδοσίας. Μι­λάμε για μια εργαζόμενη που δούλευε στο υπόγειο του καταστήματος, με μηδενική υπο­δομή για έξοδο κινδύνου, την ώρα μάλιστα που στο κατάστημα γίνονταν εργασίες συντή­ρησης. Ο νόμος προβλέπει ρητά ότι όταν γί­νονται οποιεσδήποτε εργασίες συντήρησης, το κατάστημα θα πρέπει να παραμένει κλει­στό. Κάτι τέτοιο βέβαια στη συγκεκριμένη πε­ρίπτωση δεν ίσχυσε. Και ποιος εν τέλει απο­φασίζει για το αν θα κλείσει ή όχι ένα κατά­στημα εκτός από τον ίδιο τον εργοδότη; Επο­μένως, και γνώριζε την κατάσταση και ανέλα­βε την ευθύνη να παρανομήσει ευθέως. Άρα, αυτός είναι που φταίει για το συμβάν και είναι ο ηθικός αυτουργός του θανάτου.
Έχετε πάρει κάποιες πρωτοβουλίες ως «Λάντζα», μετά το συγκεκριμένο περιστατικό;
Αμέσως μετά το περιστατικό, βρεθήκαμε στο σημείο εκείνο και προσπαθήσαμε να μι­λήσουμε με τους συναδέλφους που εργάζο­νταν εκείνη την ώρα μέσα. Την αμέσως επό­μενη μέρα κάναμε κινητοποίηση τόσο στο συγκεκριμένο, κατεστραμμένο πλέον κατά­στημα, όσο και σε ένα παρακείμενο της ίδιας αλυσίδας. Στη συνέχεια, τη μέρα της πανελ­λαδικής 24ώρης απεργίας στις 8/12, κάναμε απεργιακή περιφρούρηση σε ένα κατάστημα Έβερεστ, ενώ με πρωτοβουλία της «Λάντζα», παραστάσεις διαμαρτυρίας έγιναν εκείνη τη μέρα σε όλη την Ελλάδα. Το αμέσως επό­μενο βήμα μας είναι η Πανελλαδική Μέρα Δράσης ενάντια στο έγκλημα του Έβερεστ, όπου στις 28-29/12 προγραμματίζονται διά­φορες δράσεις σε όλη την Ελλάδα με αφορ­μή το συγκεκριμένο ζήτημα της δολοφονί­ας, βάζοντας παράλληλα και άλλα ζητήμα­τα όπως αυτό της εργοδοτικής τρομοκρατί­ας, της αύξησης του μεροκάματου, της πλή­ρης εφαρμογής των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας κλπ.
Ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος
Κόντρα σε ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ, εργοδοτικά σωματεία-συνδικάτα
Πώς εξηγείς το γεγονός ότι, σύμφωνα με στοιχεία μελέτης της ICAP, το 2015, εν μέσω κρίσης, οι 500 πιο κερδοφόρες ελληνικές εται­ρείες αύξησαν σημαντικά την κερδοφορία τους;
Δεν είναι καθόλου παράλογο. Πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο ότι τέτοιες εταιρείες χαίρουν και ένα καθεστώς μη φορολογίας. Και αυτό εί­ναι δεδομένο και αποτελεί έναν από τους βα­σικούς παράγοντες που αυτές αυξάνουν και τον κύκλο εργασίας τους. Σε αυτό, έρχεται και προστίθεται και η πλήρης εκμετάλλευση των εργαζομένων και η εισαγωγή στην αγορά ερ­γασίας όλων εκείνων των ελαστικών μορφών εργασίας, του νέου κατώτατου μισθού κλπ. Όλα αυτά ευνοούν την κερδοφορία των μεγά­λων επιχειρήσεων, αφού με την ίδια εργατική δύναμη, αλλά αυτή τη φορά πολύ πιο φτηνή και διασπασμένη, καταφέρνουν και παράγουν το ίδιο, ίσως και μεγαλύτερο έργο.
Θεωρείς ότι υπάρχει η δυνατότητα οι εργα­ζόμενοι να διεκδικήσουν σήμερα δουλειά με καλύτερους όρους, αλλάζοντας τους όχι μόνο στον κλάδο αλλά και στο ευρύτερο εργατικό κί­νημα που βρίσκεται σε βαθιά κρίση;
Νομίζω πως μια θετική απάντηση είναι σαφής. Προφανώς και υπάρχει η δυνατό­τητα τα πράγματα να πάνε αλλιώς. Αλλά θέ­λει πολύ δουλειά, συνήθως εξαιρετικά επί­πονη, και υπομονή. Εκτιμώ, όχι μόνο στο δικό μας κλάδο αλλά και ευρύτερα σε όλο το εργατικό κίνημα, ότι αν δεν πάμε εμείς οι εργαζόμενοι με πραγματική ενότητα στη βάση, με μια σειρά από αιτήματα που κατά τη γνώμη μου αυτή τη στιγμή περιγράφο­νται από ένα σύγχρονο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης, κόντρα και ενάντια στις γραφειοκρατικές ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ αλλά και ενάντια στις υποταγμένες ομοσπονδί­ες και τα εργοδοτικά σωματεία και συνδι­κάτα, τότε δεν υπάρχει διέξοδος. Η κρίση στην οποία βρίσκεται το υπάρχον εργατικό κίνημα είναι δεδομένη και βαθιά. Αν όμως, με έναν τρόπο που περιέγραψα παραπάνω, δεν πάμε αποφασιστικά για μια ταξική ανα­συγκρότηση του εργατικού κινήματος, τότε τα πράγματα θα γίνονται όλο και χειρότερα στο πέρασμα του χρόνου. Εν γένει, πιστεύω ότι η πάλη για καλύτερες συνθήκες εργα­σίας περνάει μέσα από το υπάρχον επίση­μο εργατικό κίνημα (σωματεία κλπ) αλλά εκφράζεται και μέσα από διάφορες άλλες πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται και κατά τη γνώμη μου είναι εξαιρετικά σημαντικές και ενισχυτικές προς αυτήν την κατεύθυν­ση, όπως η Πρωτοβουλία για το Συντονι­σμό Πρωτοβάθμιων Σωματείων. Ο συνδυ­ασμός και των δύο, στις υπάρχουσες συν­θήκες, νομίζω είναι αυτός που θα δώσει λύ­σεις σε πολύ βασικά προβλήματα και θα φέ­ρει το εργατικό κίνημα σε μια καλύτερη, και σαφώς πιο επικίνδυνη για το ίδιο το σύ­στημα, θέση.