Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Ξαναγράφοντας την ιστορία του είδους μας






Σπύρος Μανουσέλης


Μόλις πριν από μία εβδομάδα ανακοινώθηκαν από τα ΜΜΕ τα απρόσμενα παλαιοντολογικά δεδομένα που προέκυψαν από έρευνες στο Μαρόκο. 


Τα νέα απολιθωμένα οστά και τα λίθινα εργαλεία που ήλθαν στο φως από αυτές τις έρευνες ανήκουν αναμφίβολα σε μια ομάδα πολύ πρώιμων σύγχρονων ανθρώπων. 

Το αξιοπερίεργο, όμως, με τα συγκεκριμένα οστά και εργαλεία είναι ότι ανήκουν σε ανθρώπους που ζούσαν 100 έως 150 χιλιάδες χρόνια πριν από την ευρέως αποδεκτή, μέχρι σήμερα, χρονολογία εμφάνισης των σύγχρονων ανθρώπων! 

Οπως θα δούμε, οι πρόσφατες παλαιοανθρωπολογικές ανακαλύψεις και οι νέες τεχνικές της βιολογικής αρχαιολογίας μάς επιτρέπουν να κατανοούμε πολύ καλύτερα απ’ ό,τι στο παρελθόν το πώς εξελίχθηκε ο σύγχρονος άνθρωπος (Homo sapiens) και τι ήταν αυτό που τον κατέστησε «σύγχρονο» και «νοήμονα». 

Πάντως, η νεωτερική αντίληψη περί σταδιακής, συσσωρευτικής και γραμμικής προόδου από ένα απλούστερο είδος ανθρώπου προς ένα πολυπλοκότερο δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται. 

Και η εξελικτική εποποιία που οδήγησε δήθεν γραμμικά στον «έμφρονα άνθρωπο» (Homo sapiens) θα πρέπει μάλλον να γραφτεί εξ αρχής. 

Oταν ένας παλαιοντολόγος αποφασίζει να διερευνήσει τη βιολογική ταυτότητα κάποιων απολιθωμένων οστών και να ανασυγκροτήσει την εξελικτική τους, μπορεί να ακολουθήσει δύο προσεγγίσεις: μία άμεση και μία έμμεση παλαιοντολογική μέθοδο. 

Η άμεση μέθοδος συνίσταται στην εξαντλητική ανάλυση και τη συγκριτική μελέτη των απολιθωμένων υπολειμμάτων, π.χ. θραύσματα από οστά, κρανία και προϊστορικά τεχνουργήματα. 

Η έμμεση μέθοδος, αντίθετα, προϋποθέτει τη συγκριτική μελέτη της ανατομίας, της φυσιολογίας και, πιο πρόσφατα, των γονιδίων των απολιθωμένων οργανισμών, με την ελπίδα ότι ο ερευνητής θα καταφέρει να ανασυγκροτήσει τα ιδιαίτερα βιολογικά αίτια και τους εξωτερικούς φυσικούς παράγοντες (π.χ. κλιματικές ή γεωλογικές αλλαγές) που οδήγησαν, κατά το μακρινό παρελθόν, στη διαμόρφωση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του απολιθωμένου οργανισμού. 

Στην πολυετή προσπάθειά τους να προσδιορίσουν χρονολογικά και βιολογικά την ταυτότητα των απολιθωμένων οστών που βρέθηκαν στο Μαρόκο, καθώς και την εξελικτική συγγένεια των κατόχων τους με τους σύγχρονους ανθρώπους, οι ειδικοί υιοθέτησαν και τις δύο παραπάνω προσεγγίσεις.

Πότε και πού εμφανίζονται οι πρώτοι Homo sapiens;


Ο Ζαν-Ζακ Ιμπλέν στο Τζμπελ Ιρχούντ |

Τα απολιθωμένα οστά και εργαλεία εντοπίστηκαν το 1960 στην αρχαιολογική περιοχή Τζμπελ Ιρχούντ στο νότιο Μαρόκο και από τότε ξεκίνησαν οι παλαιοντολογικές έρευνες σε αυτή την ερημική περιοχή. 

Οι πρώτες ανασκαφές έφεραν στο φως μια σειρά από λίθινα εργαλεία και θραύσματα κρανίων, τα οποία οι επιστήμονες που τα μελέτησαν τότε θεώρησαν εσφαλμένα ότι ανήκουν σε κάποιον αρχαίο συγγενή των σύγχρονων ανθρώπων, που θα πρέπει να έζησε πριν από περίπου 40 χιλιάδες χρόνια. 

Υπέθεταν λοιπόν ότι θα πρέπει να είναι κάποιο είδος ανθρώπων Νεάντερταλ (Homo neanderthalensis). 

Ομως, δεν συμφωνούσαν όλοι οι παλαιοντολόγοι με αυτό το συμπέρασμα, αφού μετέπειτα αναλύσεις έδειξαν ότι ένα τουλάχιστον κρανίο και ορισμένα θραύσματα οστών από πρόσωπο είχαν εμφανείς ομοιότητες με τα αντίστοιχα των σύγχρονων ανθρώπων και όχι με αυτά των Νεάντερταλ. 

Υποψία που επιβεβαιώθηκε όταν, το 1968, ανακάλυψαν στην ίδια περιοχή ένα κομμάτι από γνάθο, η οποία αφ’ ενός χρονολογήθηκε στα 160 χιλιάδες χρόνια πριν και αφ’ ετέρου διέθετε δόντια που έμοιαζαν με αυτά του σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens). 

Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι ερευνητές ήταν πεπεισμένοι ότι τα απολιθώματα στην περιοχή Τζμπελ Ιρχούντ του Μαρόκου ανήκουν σε κάποιο γεωγραφικά απομονωμένο και περιθωριακό «προ-ανθρώπινο» είδος. 

Ενα μάλλον εύλογο συμπέρασμα δεδομένης της αδυναμίας, εκείνη την εποχή, για ακριβή χρονολόγηση του γεωλογικού στρώματος όπου βρίσκονταν θαμμένα αυτά τα οστά και τα λίθινα εργαλεία. 

Ωστόσο, οι πρόσφατες και πιο συστηματικές έρευνες στην περιοχή αποκάλυψαν 20 νέα απολιθωμένα οστά από πέντε διαφορετικά άτομα και πολλά λίθινα εργαλεία, τα οποία χρονολογούνται σε, τουλάχιστον, 300 χιλιάδες χρόνια πριν. 

Με άλλα λόγια, πρόκειται για απολιθωμένους οργανισμούς που θυμίζουν έντονα σύγχρονους ανθρώπους και οι οποίοι ζούσαν ήδη στο Μαρόκο 100 χιλιάδες χρόνια νωρίτερα από τους πρώτους σύγχρονους ανθρώπους που, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, εμφανίστηκαν πρώτη φορά στη Νότια Αφρική πριν από 200 χιλιάδες χρόνια!

Γηραιότεροι κατά 100 χιλιάδες χρόνια



Πράγματι, οι περισσότεροι παλαιοντολόγοι τοποθετούν γεωγραφικά την πρώτη εμφάνιση του είδους μας (Homo sapiens) στη Νοτιοανατολική Αφρική και είναι πεπεισμένοι ότι αυτό συνέβη πριν από περίπου 200 χιλιάδες χρόνια. 

Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι οι πρόσφατες ανακαλύψεις στο Μαρόκο δεν ισοδυναμούν με πλήρη ανατροπή ή διάψευση αυτής της παλαιοντολογικής θεωρίας. 

Επιβάλλουν, ωστόσο, τη ριζική αναθεώρηση των απόψεών μας σχετικά με τους χρόνους εμφάνισης του είδους μας και τους τρόπους που αυτό εξαπλώθηκε, αρχικά στην Αφρική και κατόπιν σε κάθε γωνιά του πλανήτη. 

Τις έρευνες στο Μαρόκο πραγματοποίησαν δύο ομάδες ειδικών παλαιοντολόγων, με επικεφαλής τον καθηγητή παλαιοανθρωπολογίας Ζαν-Ζακ Ιμπλέν (Jean-Jacques Hublin) και τον αρχαιολόγο δρα Σάνον ΜακΦέρον (Shannon McPherron), οι οποίοι εργάζονται στο παγκοσμίου φήμης ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ Εξελικτικής Ανθρωπολογίας στη Λιψία. 

Οι έρευνες του Ζαν-Ζακ Ιμπλέν στο Τζμπελ Ιρχούντ ξεκίνησαν το 2004. 

Αυτός και οι συνεργάτες του ενοικίασαν ένα τρακτέρ και μια μπουλντόζα για να αποσπάσουν τα 200 κυβικά μέτρα πετρωμάτων που εμπόδιζαν την πρόσβασή τους στα στρώματα γης όπου βρίσκονταν θαμμένα τα λίθινα εργαλεία και τα απολιθωμένα οστά, μεταξύ των οποίων διάφορα τμήματα από κρανία και μια τέλεια διατηρημένη κάτω γνάθος. 

Τα αποτελέσματα των πολυετών μελετών τους δημοσιεύτηκαν στις 7 Ιουνίου σε δύο εκτενή άρθρα στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Nature»

Στη μία έρευνα, μάλιστα, συμμετείχε και η Κατερίνα Χαρβάτη, καθηγήτρια παλαιοανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τίμπιγκεν. 

Σε αυτά τα δύο άρθρα, οι ερευνητές παρουσιάζουν λεπτομερώς όλες τις εμπειρικές ενδείξεις υπέρ της ερμηνείας τους: τα απολιθωμένα οστά και τα πέτρινα εργαλεία που ανακάλυψαν στην περιοχή Τζμπελ Ιρχούντ ανήκουν σε πολύ πρώιμους αλλά σύγχρονους ανθρώπους του είδους μας, οι οποίοι ζούσαν στο Μαρόκο πριν από περίπου 315 χιλιάδες χρόνια. 

«Μέχρι τώρα, η ευρέως αποδεκτή θεωρία υποστήριζε ότι το είδος μας αναδύθηκε σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα από κάποιο Κήπο της Εδέμ που βρισκόταν κάπου στην υποσαχάρια Αφρική. 

Σήμερα, θα υποστήριζα ότι ο Κήπος της Εδέμ απλώνεται σε ολόκληρη την Αφρική. 

Και πιθανότατα πρόκειται για έναν πραγματικά πολύ μεγάλο κήπο», όπως δήλωσε ο μεγάλος πρωταγωνιστής αυτών των ερευνών, Ζαν-Ζακ Ιμπλέν. 

Η εικόνα της εξέλιξης του είδους μας που προκύπτει από αυτήν και άλλες παλαιοντολογικές έρευνες είναι πολύ πιο περίπλοκη, πιο αργή και λιγότερο γραμμική απ’ ό,τι φανταζόμαστε μέχρι πρόσφατα. 

Ισως δεν υπήρξε ποτέ ένας μοναδικός «γενετήσιος τόπος» κάπου στη Νότια Αφρική για την εμφάνιση του σύγχρονου ανθρώπου. 

Οι μέχρι σήμερα έρευνες, αντίθετα, υποδεικνύουν ότι είναι όχι μόνο ατελέσφορο αλλά και εντελώς μάταιο το να αναζητάμε έναν μοναδικό τόπο ή μία μόνο εξελικτική γραμμή που -ως εκ θαύματος- θα οδηγούσε στην εμφάνιση των σύγχρονων ανθρώπων.


Το πολύπλοκο μωσαϊκό της ανθρώπινης εξέλιξης



Στις μέρες μας οι παλαιοντολόγοι και οι παλαιοανθρωπολόγοι δεν αρκούνται πλέον στη μελέτη απολιθωμένων οστών και κρανίων για να κατανοήσουν την προέλευση και την εξέλιξη του είδους μας. 

Χάρη στις νέες τεχνικές της μοριακής βιολογίας μπορούν, αναλύοντας το «απολιθωμένο DNA», να «διαβάζουν» τη γενετική αποτύπωση των μεγάλων εξελικτικών αλλαγών που οδήγησαν στην επικράτηση του σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens), μοναδικού εκπροσώπου σήμερα του ανθρώπινου γένους. 

Παρά την πολύ σύντομη ιστορία της η «μοριακή ανθρωπολογία» έχει να επιδείξει αρκετές σημαντικές ανακαλύψεις, οι οποίες, πολύ συχνά, οδηγούν σε ριζική αναθεώρηση «καλά εδραιωμένων», μέχρι πρόσφατα, επιστημονικών εικασιών σχετικά με την εξέλιξη και τη φυλετική διαφοροποίηση του ανθρώπινου είδους. 

Για να αντιληφθούμε, ωστόσο, τη σημασία των πρόσφατων κατακτήσεων σε αυτόν τον τομέα, θα πρέπει να κατανοήσουμε τι ακριβώς είναι αυτό το «εξωτικό φρούτο» που οι ειδικοί αποκαλούν «μοριακή ανθρωπολογία» ή, ευρύτερα, «παλαιογενετική». 

Πρόκειται για ένα σχετικά νέο διεπιστημονικό πεδίο, που προέκυψε από τη δυνατότητα εφαρμογής σε παλαιοντολογικές και ανθρωπολογικές έρευνες ορισμένων τεχνικών μοριακής ανάλυσης του απολιθωμένου DNA, το οποίο οι ειδικοί έχουν καταφέρει να εξαγάγουν από τα απολιθώματα εξαφανισμένων βιολογικών ειδών. 

Χάρη στις τεχνικές ανάλυσης του «αρχαίου DNA», δύο πρωτοπόροι παλαιογενετιστές, ο Σουηδός Σβάντε Πάαμπο (Svante Pääbo), διευθυντής του κέντρου μοριακής ανθρωπολογίας στο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ της Λιψίας, και ο Αμερικανός Εντουαρντ Ρούμπιν (Edward Rubin) στην Καλιφόρνια κατάφεραν να αφαιρέσουν το μιτοχονδριακό DNA από απολιθωμένα οστά Νεάντερταλ και να το συγκρίνουν με δείγματα μιτοχονδριακού DNA από ανθρώπους τύπου Κρο-Μανιόν και με δείγματα από σημερινούς ανθρώπους. 

Ετσι κατέληξαν σε μια σειρά από εντυπωσιακά συμπεράσματα. 

Πρώτον, οι Νεάντερταλ δεν είναι πρόγονοί μας, αλλά ανήκουν σε ένα συγγενές αλλά διαφορετικό υποείδος Homo. 

Δεύτερον, η διαφοροποίηση των δύο εξελικτικών σειρών, που οδήγησε σε αυτά τα δύο είδη, υπολογίζεται ότι συνέβη πριν από περίπου μισό εκατομμύριο χρόνια. 

Τρίτον, η πρώτη εμφάνιση του γονότυπου των Νεάντερταλ εκτιμάται ότι έλαβε χώρα πιθανόν στην Αφρική πριν από περίπου 200.000 χρόνια, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τη χρονολόγηση των απολιθωμάτων. 

Από αυτές τις έρευνες μπορούμε να εξαγάγουμε ένα μάλλον γενικό αλλά σημαντικό συμπέρασμα σχετικά με την εξελικτική ιστορία των πρωτευόντων θηλαστικών και ειδικότερα την εξέλιξη του ανθρώπινου γένους πάνω στη Γη. 

Η καθησυχαστική και τυπικά νεωτερική αντίληψη περί σταδιακής, συσσωρευτικής, γραμμικής προόδου από ένα απλούστερο ζωικό είδος προς ένα πολυπλοκότερο δεν επιβεβαιώνεται καθόλου από τα δεδομένα ούτε της παλαιοντολογίας ούτε της σύγχρονης μοριακής ανθρωπολογίας.

Είμαστε όλοι Αφρικανοί!



Στη μακρόχρονη και δυστυχώς ανεπαρκώς τεκμηριωμένη από παλαιοντολογικά ευρήματα ιστορία του ανθρώπινου γένους υπάρχουν δύο τουλάχιστον καίριες «στιγμές», κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποιήθηκαν τα πιο αποφασιστικά, και ταυτόχρονα τα πιο αινιγματικά, εξελικτικά άλματα. 

Το πρώτο άλμα έλαβε χώρα στην Αφρική πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια και σηματοδοτεί το πέρασμα από τους ανθρωποειδείς πιθήκους στους πρωτανθρώπους (Homo erectus). 

Αυτό το πρώτο εξελικτικό άλμα περιλαμβάνει όχι μόνο την όρθια βάδιση, με όλες τις ανατομικές μεταβολές που αυτή συνεπάγεται, αλλά και τη σταδιακή διόγκωση του εγκεφάλου, που είχε πολύ πιο δραστικές συνέπειες για την ανατομία, τη φυσιολογία και κυρίως τη συμπεριφορά του οργανισμού. 

Το δεύτερο αποφασιστικό βήμα συνέβη πριν από περίπου 300 χιλιάδες χρόνια και οδήγησε στην εμφάνιση, πάντα στην Αφρική, των πρώτων σύγχρονων ανθρώπων. 

Ωστόσο, η δυναμική είσοδος του ανατομικά σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens) στην ιστορία του πλανήτη θα αρχίσει μόνο μετά την έξοδό του από την Αφρική. 

Το διαθέσιμο σήμερα αρχείο των απολιθωμάτων, καθώς και κάποιες γενετικές αναλύσεις αφ’ ενός του μιτοχονδριακού DNA των γυναικών και αφ’ ετέρου του χρωμοσώματος Υ των ανδρών, φαίνεται να επιβεβαιώνουν την κοινή αφρικανική προέλευση όλων των σύγχρονων ανθρώπων. 

Λιγότερο σαφές είναι το πώς μπορεί να εξηγηθεί, με δεδομένη την κοινή προέλευση, η διασπορά και η τελική επικράτηση του είδους μας. 

Για να εξηγήσουν την τεράστια εξελικτική επιτυχία και την τελική επικράτηση του σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με τα άλλα είδη ανθρώπων που υπήρχαν κάποτε, οι ειδικοί έχουν προτείνει δύο εντελώς διαφορετικά εξηγητικά σχήματα. 

Σύμφωνα με τη θεωρία της «αφρικανικής αντικατάστασης», οι σύγχρονοι άνθρωποι εξελίχθηκαν αρχικά στην Αφρική. 

Από εκεί διασκορπίστηκαν και σταδιακά εποίκισαν ολόκληρο τον Παλαιό Κόσμο. 

Σε αυτή την πορεία του ο σύγχρονος άνθρωπος αντικατέστησε ή ίσως και να εξολόθρευσε τους προϋπάρχοντες και λιγότερο εξελιγμένους ανθρώπινους πληθυσμούς, όπως για παράδειγμα τους Νεάντερταλ (Homo Neanderthalensis). 

Ετσι, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είχε, υποτίθεται, καμία επαφή ή σχέση με τους αρχαϊκούς πληθυσμούς που συνάντησε στη μεγαλειώδη πορεία της επέκτασής του σε ολόκληρο τον πλανήτη. 

Ενα εναλλακτικό, λιγότερο «αιμοδιψές», μοντέλο εξήγησης είναι αυτό της «Αφομοίωσης» (assimilation model). 

Η εξέλιξη και η τελική επικράτηση του σύγχρονου ανθρώπου δεν έγινε ως εκ θαύματος σε εξελικτικό κενό, χωρίς επιμιξίες με τους προϋπάρχοντες πιο «πρωτόγονους» πληθυσμούς. 

Οι πρώτοι Homo sapiens εμφανίστηκαν αρχικά στην Αφρική, σύντομα όμως εξαπλώθηκαν εκτός Αφρικής αφομοιώνοντας εν μέρει τους αρχαιότερους και λιγότερο δυναμικούς ανθρώπινους πληθυσμούς που ήδη ζούσαν εκτός Αφρικής.


Πηγή: efsyn.gr