Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Οι αυτόχειρες της αβεβαιότητας Δήμητρα Αθανασοπούλου

Σκίτσο του Ν. Κακουλίδη
Πάει καιρός που καταρρίφθηκε η ατομική όψη της αυτοχειρίας και που η «Αυτοκτονία» του Εμίλ Ντιρκέμ έγινε εκ νέου επίκαιρη.
 Ο Γάλλος θεμελιωτής της Κοινωνιολογίας υποστήριζε πως «η αυτοχειρία είναι μια κοινωνιολογικά προσδιορισμένη πράξη, καθώς αποτελεί προϊόν κοινωνικών συνθηκών και πιέσεων». Οι Αυτόχειρες της Γαλλίας τον επιβεβαιώνουν, ξανά. Τα ψυχικά εύθραυστα άτομα είναι, ως γνωστόν, πιο ευάλωτα σε ένα πιεστικό, επισφαλές και εκφοβιστικό εργασιακό ή εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Πριν από λίγες ημέρες, ένας φοιτητής αποπειράθηκε να δώσει τέλος στη ζωή του βάζοντας φωτιά στον εαυτό του μπροστά από το εστιατόριο του πανεπιστημίου της Λιόν. Οι φίλοι του ανέφεραν πως επρόκειτο για μια απελπισμένη ενέργεια διαμαρτυρίας εξαιτίας της οικονομικής ανισότητας και της ανεργίας που μαστίζει πλέον τη Γαλλία. «Η απόπειρα αυτοκτονίας του φοιτητή της Λιόν μάς αφυπνίζει σχετικά με την αβεβαιότητα» σημείωσε η γαλλική εφημερίδα Libération, συνδέοντας αυτή την επιδημία με το κυρίαρχο καθεστώς προσωρινότητας και πίεσης. «Η επισφάλεια σκοτώνει»: αυτό ήταν το hashtag που κατέκλυσε το Twitter για να υπογραμμίσει την πολιτική διάσταση μιας απελπισμένης πράξης.
Η λίστα -που αποδεικνύει πως δεν μπορεί να αποσυνδεθεί το ψυχικό από το πολιτικό- είναι μακρά. Στις αρχές Οκτωβρίου ένας ακόμα αστυνομικός έβαλε τέλος στη ζωή του χρησιμοποιώντας το υπηρεσιακό του όπλο.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου η Κριστίν Ρενόν, διευθύντρια ενός δημόσιου νηπιαγωγείου, αυτοκτόνησε μέσα στις σχολικές εγκαταστάσεις στα περίχωρα του Παρισιού, στο Σεν Ντενί. Είχε φροντίσει να αφήσει πίσω της μια επιστολή, όπου διαμαρτυρόταν για την εξάντλησή της από τον υπερβολικό φόρτο εργασίας. «Μπορούμε όλοι να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας στην επιστολή» δήλωσε σχετικά μια δασκάλα κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης των εκπαιδευτικών. Την αυτοχειρία της Κριστίν διαδέχτηκε η αυτοκτονία ενός καθηγητή στη Νις.
Οι λειτουργοί της δημόσιας εκπαίδευσης στη Γαλλία δεν είναι το μοναδικό εργασιακό πεδίο στη γαλλική κοινωνία που παράγει απόγνωση και βία.
Πριν από δέκα χρόνια το κύμα αυτοκτονιών στη France Telecom έφερε τη γαλλική κοινωνία αντιμέτωπη με το φαινόμενο του mobbing, της περίφημης «τρομοκρατίας στην εργασία». Οι εργαζόμενοι απέδωσαν στις διαρκείς εσωτερικές μετατάξεις για τη μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας και στις σκληρές πολιτικές που είχε υιοθετήσει τα στελέχη της εταιρείας με στόχο τη μεγιστοποίηση του κέρδους. Ενας από τους αυτόχειρες της Μασσαλίας, προτού βάλει τέλος στη ζωή του, είχε γράψει μια επιστολή, όπου κατήγγειλε το «μάνατζμεντ του τρόμου»
Οι αυτοχειρίες στη γιγαντιαία εταιρεία τηλεπικοινωνιών συνέπεσαν χρονικά με τη διακυβέρνηση του Νικολά Σαρκοζί, του Γάλλου προέδρου που εκλέχτηκε με το σύνθημα «Εργαστείτε περισσότερο για να κερδίζετε περισσότερο». Από το 2007 -έτος εκλογής του Σαρκοζί και μηχανοποίησης των Γάλλων εργαζομένων, οι αυτοκτονίες έπληξαν τους εξής κολοσσούς: Renault, France Télécom, Peugeot, BNP Paribas, IBM, HSBC, La Poste, EDF, Sodexho.
Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, η εικόνα της Γαλλίας, ως χώρας με ένα από τα πιο θαυμαστά κοινωνικά κράτη, αποδομήθηκε αφού οι κοινωνικοί και οικονομικοί μετασχηματισμοί προκάλεσαν, με τον πλέον βίαιο τρόπο, τη διασάλευση της συλλογικής τάξης.
Αργότερα, η διακυβέρνηση Μακρόν, με σύνθημα «κάνουμε το καλύτερο με τα λιγότερα», συνδέθηκε με την υπερκόπωση -σωματική και ψυχική- των σωμάτων ασφαλείας. Η απειλή της ισλαμικής τρομοκρατίας, οι διαδηλώσεις των Κίτρινων Γιλέκων, αλλά και η σκληρότητα σε επίπεδο διοίκησης έφτασαν τις γαλλικές αρχές στα όρια τους. Αποτέλεσμα; Δεκάδες αστυνομικοί οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία. Λίγο αργότερα -και αφού είχε διαπιστωθεί μια αυτοκτονία ένστολου κάθε 4 ημέρες- το σλόγκαν «αυτοκτονήστε» έγινε το σήμα κατατεθέν των στάσεων εργασίας των σωμάτων ασφαλείας.
Η ποσοστιαία αύξηση των αυτοκτονιών δεν είναι, λοιπόν, ανεξάρτητη από τους κοινωνικοοικονομικούς μετασχηματισμούς. Και αυτό δεν αφορά μόνο μια κατηγορία πολιτών.
Κανένας δεν μπορεί να ξεχάσει τους αυτόχειρες Γάλλους αγρότες που απασχόλησαν για χρόνια τον διεθνή Τύπο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, κάθε χρόνο σημειώνονται περισσότερες από 800.000 αυτοκτονίες, αριθμός που υπερβαίνει εκείνον των ανθρωποκτονιών. Υπολογίζεται –σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΠΟΥ– ότι το 2020 θα βάλουν τέλος στη ζωή τους 1,53 εκατομμύριο άνθρωποι. Στην Ευρώπη, τα ηνία στην «εθελούσια έξοδο από τη ζωή» κρατούν οι νέοι άντρες, 20-24 ετών.
Τι κοινό έχουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι και πόσο καθοριστικό είναι το κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο; Τόσο οι αυτόχειρες της εργασιακής πίεσης όσο και εκείνοι της αβεβαιότητας έρχονται αντιμέτωποι με το ίδιο ψυχικό αδιέξοδο: την αδυναμία ανταπόκρισης στο καθήκον και την αδυναμία προβολής του εαυτού τους στο μέλλον, κάτι που αποκτά ειδικό βάρος για ένα ψυχικά ευάλωτο άτομο. Και όσο υπάρχει μια πολιτεία που τους στερεί -αντί να τους παρέχει- μια προβολή στο μέλλον, οι ψυχικά εύθραυστοι άνθρωποι θα πέφτουν στο κενό και θα σπάνε.
H «Βόρεια οικογένεια», το κράτος πρόνοιας και η εθελούσια έξοδος από τη ζωή
Σε συντηρητικές ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπως η Ελλάδα, διαπιστώνεται η υποκαταγραφή των αυτοκτονιών καθώς αντιμετωπίζεται ως θέμα ταμπού. Η απόφαση «απόδρασης από την ύπαρξη» δεν γίνεται ευκόλως αποδεκτή. Ισως γιατί ο κοινωνικός δεσμός είναι πιο ισχυρός και η οικογένεια καταλαμβάνει τη θέση του ανεπαρκούς κράτους. Για την ακρίβεια, η ιδιωτική πρωτοβουλία υποκαθιστά παραδοσιακά κρατικές λειτουργίες, με αποτέλεσμα οι Ελληνες, όπως και οι υπόλοιποι μεσογειακοί λαοί, να επιβιώνουν χάρη στους ιδιωτικούς θεσμούς κοινωνικής προστασίας, όπως η οικογένεια.
Στην περίπτωση της Δυτικής Ευρώπης, ωστόσο, δεν ισχύει το ίδιο. Η Γαλλία είχε αναπτύξει άλλες άμυνες και άλλα συμπτώματα. Η οικογενειακή αλληλεγγύη δεν είναι ριζωμένη στη γαλλική κουλτούρα. Το κοινωνικό κράτος της Γαλλίας είχε υπερκαλύψει το κενό της «Βόρειας οικογένειας». Από τη στιγμή, όμως, που τα μέτρα συλλογικής κοινωνικής προστασίας άρχισαν να διέρχονται κρίση, οι άνθρωποι άρχισαν να αποσταθεροποιούνται ψυχικά. Οταν αυτή η κρίση έλαβε μορφή «μόνιμης προσωρινότητας» και σε αυτήν προστέθηκε η εργασιακή πίεση, τότε οι ψυχικά ευάλωτοι δεν μπόρεσαν να συνεχίσουν. Η συνέχεια είναι γνωστή. Στη Γαλλία περίπου 9.000 άνθρωποι τερματίζουν τη ζωή τους κάθε χρόνο.
Τα παραπάνω δεν αναιρούν τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ατομική σκέψη-ψυχοπαθολογία και την αυτοχειρία. Αλλά δεν πρέπει να αγνοούμε πως ο τρόπος που πεθαίνουμε είναι βαθιά πολιτικός. Οπως και ο τρόπος που ζούμε.
Τα σκίτσα του Ν. Κακουλίδη «έντυσαν» στο προηγούμενο τεύχος των Νησίδων τα κείμενα για τον Τύπο και τη Δημοκρατία, χωρίς να είναι εμφανής η υπογραφή του. Μια παράλειψη για την οποία ζητάμε συγγνώμη.Κ.Μ.