«Και καθώς στο νου τους, ήδη για πολεμικούς λόγους, κυριαρχεί η αντίθεση «ελευθερία-ολοκληρωτισμός», δεν συνειδητοποιούν ούτε την καταγωγή του οράματος τους από ορισμένη φιλοσοφία της ιστορίας ούτε τη συνάφεια της προσφιλούς τους
πανανθρώπινης κοινωνίας με οικουμενιστικές ουτοπίες -και πρώτα-πρώτα την μαρξιστική, η οποία αρχικά δεν ήταν τίποτε άλλο από μια παραλλαγή ενός ονείρου του αστικού φιλελευθερισμού: εννοώ το όνειρο της πολιτικής και ηθικής ενοποίησης του κόσμου υπό την αιγίδα μιας ανοιχτής παγκόσμιας οικονομίας […] Η διαφορά ανάμεσα σε μετανοούντες (φιλο)κομμουνιστές και θριαμβεύοντες δυτικόφρονες είναι, όπως λέγεται συνήθως, ότι οι πρώτοι ήσαν διατεθειμένοι να παραβλέψουν ή και να χαιρετίσουν την απανθρωπία, αρκεί να διαπράττονταν στο όνομα της Ουτοπίας, ενώ οι δεύτεροι, με τον αντιουτοπικό πραγματισμό τους, υπηρέτησαν την φιλελεύθερη υπόθεση της φιλάνθρωπης ανοχής. […] Μετά το ναυάγιο της Ουτοπίας της Ανατολής τα εξημερωμένα κατάλοιπα της «Αριστεράς» ενστερνίστηκαν έτσι την Ουτοπία της Δύσης και δίχως πολλά-πολλά αντάλλαξαν τον αριστερό «αντιφασισμό» με τον φιλελεύθερο «αντιολοκληρωτισμό». Θα διαψευσθούν για δεύτερη κατά συνέχεια φορά, αν η οικουμενική επικράτηση της δυτικής οικονομίας και ηθικής δεν συνεπιφέρει την πραγμάτωση της αντίστοιχης Ουτοπίας, αλλά τρομακτικούς αγώνες κατανομής και καταστροφές πλανητικού βεληνεκούς». Παναγιώτης Κονδύλης
Όταν το Τίποτα προσποιείται το Πάν,
το Κενό προσποιείται το Πλήρες,
η Ένδεια προσποιείται την Ευμάρεια,
δύσκολο να υπάρξει άνθρωπος με σταθερότητα. Kομφούκιος
Ακμή
χαρακτηρίζεται η περίοδος κατά την οποία ένας πολιτισμός, ένα κράτος,
μια αυτοκρατορία, ένα πολιτικό σύστημα, ένας τομέας της ανθρώπινης
δραστηριότητας ή ακόμη και ένα μεμονωμένο άτομο φθάνουν στο ανώτατο
σημείο ανάπτυξης.το Κενό προσποιείται το Πλήρες,
η Ένδεια προσποιείται την Ευμάρεια,
δύσκολο να υπάρξει άνθρωπος με σταθερότητα. Kομφούκιος
Αντίθετα, η βαθμιαία πτώση της πολιτικής, στρατιωτικής, οικονομικής, πολιτισμικής ισχύος ορίζει την παρακμή, που συνοδεύεται αντίστοιχα από την σταδιακή μείωση και τελικά την καταρράκωση της –κατασκευασμένης ή μη– αίσθησης υπεροχής και αυτοπεποίθησης σημαντικών κοινωνικών ή πληθυσμιακών ομάδων.
Είναι εύλογο, ότι οι περίοδοι ακμής προσδιορίζονται ως τέτοιες, επειδή αντιπαραβάλλονται με τις αντίστοιχες περιόδους παρακμής, αποτελώντας ουσιαστικά το αντεστραμμένο είδωλό τους. Αυτή ακριβώς η αντιπαραβολή προϋποθέτει και ορίζει μια διαδικασία άρρητης σύνδεσης εκείνου, που «αποσυντίθεται» και εκείνου που «θριάμβευσε». Η εκκίνηση για την σταδιακή μετάβαση από μια κατάσταση παρακμής στην αντίστοιχη της ακμής, δίνεται ύστερα από την πιστοποίηση της προόδου έναντι της συντήρησης και της «άνευρης σταθερότητας».
Η «εκτυφλωτική» μεταμόρφωση, που επέρχεται από τον σαρωτικό, όπως προβάλλεται, εκσυγχρονισμό της προτέρας κατάστασης, σκεπάζει επιμελώς το γεγονός, ότι τα θεμέλια παραμένουν τα ίδια. Εν ολίγοις, η κυριαρχία, ότι την αντιπροσωπεύει και την εκφράζει, αυτή καθεαυτή δεν κινδυνεύει, επειδή παρακμάζει και άλλο τόσο δεν είναι ανίκητη, επειδή βρίσκεται στο απόγειό της.
Οι δυνατότητες αφομοίωσης παραμένουν στον ίδιο βαθμό, παρ’ ότι εκδηλώνονται με διαφορετικό τρόπο στις περιόδους ακμής, αλλά και στις αντίστοιχες, που χαρακτηρίζονται παρακμιακές, όπως άλλωστε εύκολα διαπιστώνεται σε κάθε περίπτωση.
Θεωρούμε, επίσης, ότι καλλιεργείται και διατηρείται μια σοβαρή σύγχυση ανάμεσα σ’ ό,τι ορίζεται «κρίση» και σ’ ότι ορίζεται ως παρακμή, σε σημείο μάλιστα σκόπιμης ταύτισής τους. Να σημειώσουμε ότι ένα σημαντικό σημείο διάκρισης εκτός των άλλων αποτελεί η χρονική διάρκεια, καθώς, αφ’ ενός στην πρώτη περίπτωση όσο και παρατεταμένη να είναι η εκδήλωση (της «κρίσης») υπολείπεται χρονικά από την διάρκεια μιας διαπιστωμένης παρακμής.
Με άλλα λόγια η «επάνοδος» ύστερα από το ξέσπασμα μιας «κρίσης» αναμένεται πιο σύντομα, ενώ αντίθετα η γενικευμένη παρακμή συνήθως απαιτεί πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα για να δώσει την θέση μέσω βαθιών μεταβολών στην διάδοχη κατάσταση «ανανέωσης».
Η «παρακμή», λόγου χάρη, της δημοκρατίας εξετάζεται σε συνάρτηση με τους όρους ή τον «εκτροχιασμό» της παγκοσμιοποίησης και των «αγορών» και όχι μέσω της λειτουργικής ένταξής της στην εργαλειοθήκη της κυριαρχίας, ως ένα –και όχι βέβαια το μόνο– από τα ιστορικά πολιτικά συστήματα επιβολής της κυριαρχίας.
Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να αναρωτηθούμε αν εντάσσεται στην ακμή ή στην παρακμή του δυτικού πολιτισμού το γεγονός, ότι τεράστιες πληθυσμιακές ομάδες σε παγκόσμιο επίπεδο καλούνται να ορίσουν και περισσότερο να διαθέσουν τον «εαυτό τους» εκ νέου με αφορμή μια παγκόσμια «κρίση».
Και εδώ το στοιχείο, που πρωτίστως προβάλλεται, παραμένει το οικονομικό, παρ’ ότι ουδείς αρνείται ότι η διαδικασία πρόσληψης μιας «νέας» παγκόσμιας ταυτότητας ή έστω αφομοίωσης «νέων» στοιχείων της, δεν αναιρείται λόγω των «επιμέρους» πάσης φύσεως «ιδιαιτεροτήτων» (έθιμα, γλώσσα, κουλτούρα κ.ά.), που πρέπει, επίσης, «αναλόγως» να αντιμετωπιστούν.
Η περιλάλητη, λοιπόν, φθορά των αξιών, του πολιτισμού και των ιδεών του «Ελεύθερου Κόσμου», που αυτοαναγορεύθηκε ως τέτοιος το 1960 για να συμπεριλάβει τα αντιτιθέμενα κράτη, δυτικά και μη, στον κομμουνισμό, (αργότερα περιορίστηκε στον όρο «Δύση»), ήρθε να τροφοδοτήσει την συγκεκριμένη «φάση» της παγκοσμιοποίησης, όπως αυτή εξελίσσεται ήδη από το 1989 και όχι να την καθυστερήσει.
Παρ’ ότι είναι σχεδόν αδύνατο να οριστεί το «πρόβλημα», έστω και σε επιμέρους ζητήματα, ως τοπικό, την ίδια στιγμή ο επονομαζόμενος δυτικός πολιτισμός προβάλλει ως παρακμιακός, με πλήθος ανθρώπων να μην πιστεύουν σε ένα καλύτερο μέλλον.
Έτσι, η παρακμή της «μονοκεντρικής» παγκοσμιοποίησης εμφανίζεται να είναι εκείνη, που έχει ήδη παραδώσει τα σκήπτρα σ’ έναν πολυπολικό σύστημα κυριαρχίας. Ένα σύστημα που χαρακτηρίζεται από ένα πολυπλόκαμο διεθνές δίκτυο οικονομικών, στρατιωτικών και πολιτικών υπερθεσμών και ενοποιείται μέσω σφοδρών ανταγωνισμών, ακολουθώντας, όπως περηφανεύονται οι διάφοροι εκφραστές του, το άστρο της «οικουμενικότητας», απαλλαγμένο από τις πάλαι ποτέ αυτοκρατορικές βλέψεις και αυταπάτες.
Χαρακτηριστική είναι και η χρονική ενότητα της αντιπαράθεσης δύσης-ανατολής, όπως αυτή εξελίσσεται ήδη από την πρώτη αμερικάνικη επέμβαση στον Περσικό Κόλπο το 1991, ακριβώς, όμως, στα πλαίσια που προαναφέρθηκαν και στην συγκρότηση δια πυρός και σιδήρου της επονομαζόμενης Νέας Μέσης Ανατολής επανενταγμένης στον «νέο θαυμαστό» ενοποιούμενο παγκόσμιο χώρο. Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να αντιληφθούμε και τις δύο παγκόσμιες ανθρωποσφαγές που προηγήθηκαν δηλαδή ως έναν ενιαίο, στην πραγματικότητα, παγκόσμιο τριακονταετή πόλεμο.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, επί ξυρού ακμής, λοιπόν, δηλαδή στην κόψη του ξυραφιού;
«Το πολιτικό σύστημα κλονίζεται», «η πολιτική και τα κόμματα παρακμάζουν, εκφυλίζονται συνεχώς, συμπαρασύροντας την κοινοβουλευτική νομιμότητα», «η διαφθορά που βασίλεψε διάβρωσε τα πάντα», είναι ορισμένες από τις τυποποιημένες πλέον διαπιστώσεις των θεραπόντων ιατρών ενός «συστήματος», που, όπως έχει «διαγνωστεί», βρίσκεται σε μια παρατεταμένη και «δίχως τέλος παρακμή».
Η γενικευμένη «κρίση» αξιοπιστίας, όπως πανθομολογείται αφορά κάθε θεσμό, μηχανισμό, και κόμμα μηδενός εξαιρουμένου, ενώ η έκταση και η «δομική φύση του προβλήματος» έχει οδηγήσει χωρίς καμία αμφιβολία από την «κρίση» στην παρακμή.
Η βραδύτητα «αλλαγής» του εγχώριου πολιτικού συστήματος, όμως, είναι ένα γεγονός που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή αποτελεί μια κατασκευασμένη εικόνα του «προβλήματος»;
Με άλλα λόγια, η «ασθένεια» του πολιτικού συστήματος ορίζεται στην πρόσκαιρη ή παρατεταμένη «αδυναμία» του να αλλάξει γοργά, να μεταρρυθμιστεί, να εκσυγχρονισθεί παρακολουθώντας τις «εξελίξεις» σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, που κινείται σε κάθε επίπεδο με ιλιγγιώδεις ταχύτητες;
Φυσικά και όχι. Γι’ αυτό και όπως έχουμε επανειλημμένα ισχυριστεί, η «λύση» Συριζα κυριολεκτικά αγκαλιάστηκε, πίσω από την φωτισμένη βιτρίνα μιας υποτιθέμενης σκληρής αντιπαράθεσης, με τις κατεστημένες ή συντηρητικές ευρωπαϊκές ελίτ, τελικά από το σύνολο των άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένων πολιτικοοικονομικών σχηματισμών ντόπιων και ξένων.
Για τον λόγο αυτό, δεν τέθηκε ούτε μια στιγμή της «σκληρής διαπραγμάτευσης» και από καμία πλευρά το δίλλημα «ή Εμείς ή Αυτοί». Και δεν θα μπορούσε άλλωστε, αφού η «υποχώρηση», έστω και με «σκληρούς» ή «δυσβάστακτους» όρους για τους «ηττημένους», σήμαινε ταυτόχρονα για τις δυνάμεις, που θα επιβάλλονταν ούτως ή άλλως, την σταθερή επιλογή μιας κυριαρχικής διαχείρισης, της οποίας τα ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά δεν αναιρούνται, αλλά ούτε και εξοστρακίζουν τις δημοκρατικές ευαισθησίες…
Η αριστερή πιστοποίηση «ευλόγησε» την κατάληξη, ενώ ταυτόχρονα έσχιζε τα ιμάτια της εν μέσω μιας εξωφρενικής, είναι αλήθεια, επίδειξης μεγαλομανίας ότι θα επιβάλλει τα σκληρά μέτρα αλλά … δεν τα πιστεύει (!!!), όπως η «επάρατη» προηγούμενη διακυβέρνηση.
Εδώ ο ολοκληρωτισμός στην προπαγάνδα έρχεται πραγματικά να αναβιώσει τους χειρότερους εφιάλτες, όταν και όπου γης η αριστερά, κομμουνιστική ή μη, είχε δώσει τα καλύτερα δείγματα γραφής ως αναπόσπαστο μέρος της κυριαρχίας.
Η υποσχετική για την πλήρη ακινητοποίηση των αντιδράσεων ενός κοινωνικού χώρου ή μάλλον των πιο αντιστεκόμενων τμημάτων του, φαίνεται να καλύπτει για την ώρα τις ανάγκες για ησυχία, τάξη και ασφάλεια, παρά αφ’ ενός την σκληρότητα των μέτρων και αφ’ ετέρου την παρατεταμένη και ασφυκτική πίεση που δέχεται πλήθος ανθρώπων.
Όπως κάθε κατάσταση στον κοινωνικό χώρο που χαρακτηρίζεται από σκληρούς κατακτητικούς όρους εκ μέρους των κυρίαρχων, έτσι και αυτή που εξελίσσεται χρειάζεται χρόνο για να σταθεροποιηθεί με τρόπο που να εξυπηρετεί τα εξουσιαστικά συμφέροντα. Οι απειλές, οι εκβιασμοί, η παραδειγματική τιμωρία ορισμένων για να συνετιστούν οι υπόλοιποι, παραμένουν σημαντικά εργαλεία στην διάθεση κάθε εξουσίας. Η απειλή της ολοκληρωτικής καταστροφής τμημάτων του κοινωνικού χώρου έρχεται ακριβώς με αυτόν τον τρόπο να σταματήσει κάθε σκέψη για αντιδράσεις, ανυπακοή και έξοδο από την αποδοχή μιας επιβολής από ένα σημείο και μετά με όρους πραγματικά ταπείνωσης.
Και ήταν δύσκολο, πράγματι, να φανταστεί κάποιος να επιβάλλεται η εξουσία με τέτοιους όρους χωρίς την άμεση συνδρομή της αριστεράς και των πάσης φύσεως μηχανισμών της μηδενός εξαιρουμένου, καθώς οι υπόλοιποι εκφραστές των διαφόρων εξουσιαστικών μερίδων αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν, λόγω της τεράστιας φθοράς που είχαν και συνεχίζουν να έχουν υποστεί.
Ενδεικτικές είναι, επίσης, οι ανύπαρκτες κινηματικές αντιδράσεις στα κρατικά σχέδια που υπηρετεί πιστά η κυβέρνηση Συριζα-Ανελ, καθώς απουσιάζει η έστω και υποτυπώδης πραγματική αντιπαράθεση, ενώ μπροστά μας έχουμε την επιβολή της λεγόμενης μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού, με τις συντάξεις που θα αποδίδονται να μοιάζουν με κάτι χειρότερο από ψίχουλα.
Η κοινωνική αδράνεια μοιάζει παρατεταμένη και δίχως τέλος, γεγονός που φαίνεται να επιβαρύνεται από την κλιμάκωση της διεθνούς εμπόλεμης σύρραξης και αντιπαράθεσης με αιχμή το «συριακό», αλλά και την αναμενόμενη επέκταση του πολεμικού κλίματος σε όλη την Ευρώπη μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι με εκατοντάδες άμαχους νεκρούς με ευθύνη του Ισλαμικού κράτους. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι η κοινωνική συναίνεση είναι δεδομένη για τους τωρινούς διαχειριστές των κρατικών υποθέσεων.
Το αντίθετο μάλιστα. Η κοινωνική δυσαρέσκεια φουντώνει, εκτός των άλλων επειδή η εξαπάτηση τουλάχιστον μεγάλου τμήματος των ψηφοφόρων που τους επέλεξαν, έχοντας, αδιανόητες μεν, αυταπάτες δε, ήταν τεράστια και αναδεικνύεται μέρα με την μέρα ακόμη μεγαλύτερη. Ως εκ τούτου είναι βέβαιο και ανάλογο με τις «συμφωνίες» που έχουν επιβληθεί από τους δανειστές ότι διεύρυνση της κυβέρνησης θα γίνει σύντομα. Είναι χαρακτηριστική άλλωστε η περαιτέρω και με κάθε τρόπο, φανερό ή μη, αποδυνάμωση του κομματικού σχηματισμού που λέγεται ακόμη ΝΔ, ακριβώς για να παρέχεται πολύτιμος χρόνος στην, ήδη στριμωγμένη από τα σκληρά μέτρα που συνεχίζει να περνάει, «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνηση. Η μεθόδευση αυτή σχεδιάζεται να εξασφαλίσει όσο το δυνατότερο μεγαλύτερη συναίνεση, ή μάλλον να ανανεώσει το συναινετικό και οικουμενικό πολιτικά μέτωπο, που έρχεται να επιβάλλει την «συμφωνία διάσωσης», δηλαδή το τρίτο και χειρότερο μνημόνιο.
Όλα μοιάζουν απόλυτα ελεγχόμενα, και κοινωνικά ζοφερά με το αδιέξοδο να επιτείνεται σε πλήθος ανθρώπων.
Όμως, κάθε κατάκτηση, για να εδραιωθεί και να σταθεροποιηθεί, χρειάζεται, όχι μόνο χρόνο, αλλά και επανειλημμένες δηλώσεις υποταγής και αναγνώρισης της νέας δουλείας. Η σιωπή των αμνών, όσο και εκκωφαντική αν είναι, δεν μπορεί να σκεπάσει τους ήχους ενός ηφαιστείου που αργά ή γρήγορα θα εκραγεί…
Συσπείρωση Αναρχικών