Κροπότκιν: Όχι στη βία του καπιταλισμού Παναγιώτα Ψυχογιού
Από τον Hobbes μέχρι τον Freud και τον Konrad Lorenz, η επικρατούσα αντίληψη έλεγε ότι ο άνθρωπος είναι ένα από τη φύση του επιθετικό ζώο. Ο άγγλος φιλόσοφος Hobbes ήταν ο πρώτος που συστηματοποίησε αυτή την πεσιμιστική άποψη της ανθρώπινης φύσης. Επινόησε τον όρο «πόλεμος όλων εναντίων όλων», για να χαρακτηρίσει την επιστροφή στη φύση. Ο τρόμος αυτός θα μπορούσε εύκολα να αποφευχθεί, με την συμφωνία για την ύπαρξη εξουσίας. Ο Rousseau, εκατό περίπου χρόνια αργότερα, ανασκευάζει την υπόθεση του Hobbes, βλέπει την ανθρωπότητα ως «καλή εκ φύσεως» και θέλει να ξεγυμνώσει τον «πολιτισμό» από όλα όσα εμποδίζουν να βγει ο πιο «φυσικός» και καλός μας εαυτός. Είναι γνωστή η φράση του από το « Κοινωνικό Συμβόλαιο»: «Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος και παντού βρίσκεται αλυσοδεμένος».
Για τον Locke, οι άνθρωποι ζούσαν αρμονικά μέχρι την εμφάνιση της ιδιωτικής περιουσίας, η συσσώρευση της οποίας δημιούργησε την αναγκαιότητα του κράτους, θέση που υποστηρίζει και ο Rousseau. Η διαφορά μεταξύ του Locke και του Rousseau είναι ότι ο πρώτος είναι θετικά διακείμενος προς την ιδιοκτησία την οποία θεωρεί φυσική, ενώ ο δεύτερος είναι αρνητικός. Αυτοί που συσσωρεύουν περιουσία νομοθετούν για να την προστατεύσουν από τους μη έχοντες, ενισχύοντας έτσι την ανισότητα.
Για τον Κροπότκιν, η κοινωνικότητα δεν είναι επιλογή αλλά ουσιώδης στρατηγική επιβίωσης από την οποία εκκινεί η ηθική της αλληλοβοήθειας. Οι θεωρήσεις των κοινωνικών συμβολέων ακυρώνονται σύμφωνα με την άποψή του περί κοινωνικότητας. Ο αναρχικός φιλόσοφος δεν αρνήθηκε το ρόλο του ανταγωνισμού αλλά επικεντρώθηκε στην αλληλοβοήθεια γιατί ο ανταγωνισμός είχε ήδη προβληθεί. O Κροπότκιν είχε συνείδηση της πάλης των τάξεων άρα είχε συνείδηση ότι και το στοιχείο του ανταγωνισμού είναι φυσική τάση. Θεωρούσε, ωστόσο ότι η αλληλοβοήθεια είναι η δημιουργική τάση της ιστορικής προόδου της ανθρωπότητας η οποία οδηγεί και σε ηθική πρόοδο.
Η επαναστατική βία στη σκέψη του Κροπότκιν συσχετίζεται με την αντίληψή του για την ελευθερία ως ηθικής αυτοπραγμάτωσης και θεωρεί ότι η επανάσταση είναι φυσικός μηχανισμός αλλαγής, κοινωνική αναγκαιότητα. Ωστόσο, ο Κροπότκιν αν και υπερασπίστηκε αρχικά την προπαγάνδα των πράξεων, αποδίδει αργότερα μεγαλύτερη σημασία στις ενέργειες που σχετίζονται με την οικονομική τρομοκρατία και το κίνημα των trade unions. Aυτές οι ενέργειες θεωρεί ότι θα προετοιμάσουν το δρόμο για την επανάσταση μεγαλύτερης κλίμακας. Δεν ήταν υπέρ της μη βίας του Τολστόι καθώς είχε την άποψη ότι η μεγαλύτερη βία απορρέει από το κράτος. Από το 1890 θεωρούσε ότι ο αναρχισμός θα γίνει με σταδιακή ωρίμανση της κοινής γνώμης και προς το τέλος της ζωής του αποδοκίμασε τις τρομοκρατικές πράξεις, οι οποίες θεωρούσε ότι είχαν καταστροφικό αποτέλεσμα στο αναρχικό κίνημα.
Θεωρούσε ότι στη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου θα υπάρξουν θύματα αλλά η βία θα στρέφεται εναντίον των θεσμών κυρίως : «H ελευθερία ξεκινά από τη βάση και όχι μέσω μιας επαναστατικής κυβέρνησης γιατί έτσι καταστρέφεται η ελεύθερη προδιάθεση των ανθρώπων. Αν αφεθούν ελεύθεροι οι άνθρωποι, θα ακολουθήσουν τα φυσικά τους καλά ένστικτα και θα δείξουν το έμφυτο οργανωτικό τους πνεύμα στην διανομή τροφής και ένδυσης σύμφωνα με τις αρχές της Δικαιοσύνης και ισότητας». Ακόμα και στο θέμα της επανάστασης (απαλλοτρίωση) αναφέρει στις «Αναμνήσεις ενός Επαναστάτη» ότι επιθυμούσε «η επανάσταση να είναι όσο το δυνατόν πιο ανθρώπινη, με τον «μικρότερο αριθμό θυμάτων, και μια ελάχιστη αμοιβαία πικρία» .
Ο Avrich επίσης αναφέρει ότι ο Κροπότκιν απεχθανόταν τη χρήση πραξικοπηματικών επαναστατικών πρακτικών και αντιπαθούσε εν γένει τις μυστικές οργανώσεις «επαγγελματιών επαναστατών» με τα παράνομα σχέδια, τις κεντρικές επιτροπές και την σιδηρά πειθαρχία τους. Θεωρούσε ότι η δράση των επαναστατικών μειοψηφιών λειτουργεί υπέρ της επαναστατικής αφύπνισης των ανθρώπων αλλά δεν είναι αυτές καθεαυτές τα όργανα της επανάστασης. Όταν οι άνθρωποι αφυπνιστούν, με τη συνδρομή των εξωτερικών περιστάσεων, αυτοί θα πάρουν την πρωτοβουλία. Η συνειδητή ανάμειξη των μαζών στην επαναστατική διαδικασία στοχεύει στην πρόταξη της ελευθερίας.
Στo έργο « Σύγχρονη επιστήμη και αναρχισμός» τονίζει: «Η αντιπροσωπευτική κυβέρνηση, είτε είναι η « δικτατορία του προλεταριάτου » είτε μια εκλεγμένη « προσωρινή κυβέρνηση» ή μια ιακωβίνικη «συνέλευση» δεν θα μπορέσει να πραγματοποιήσει την επανάσταση, όσο οι ίδιοι άνθρωποι δεν πραγματοποιούν την αλλαγή, επεξεργαζόμενοι επιτόπου τους αναγκαίους νέους θεσμούς. Στο καθήκον της ανοικοδόμησης της κοινωνίας είναι απαραίτητο το συλλογικό πνεύμα των μαζών. Πουθενά στην ιστορία δεν βρίσκουμε ένα παράδειγμα που να αποδεικνύει ότι οι άνθρωποι της εξουσίας στάθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων. Το να επιβληθεί η ανοικοδόμηση διά νόμου είναι αδύνατον, όπως έχει αποδείξει η ιστορία της Γαλλικής επανάστασης».
Αν και ο Κροπότκιν ισχυρίζεται ότι «το να περιμένουμε να έρθει μια επανάσταση σαν δώρο γενεθλίων, χωρίς να προηγηθεί μια σειρά διαμαρτυριών και χωρίς προκαταρκτικές εξεγέρσεις είναι παράλογο»(« Σύγχρονη επιστήμη και Αναρχισμός»), ο Arrich επισημαίνει, ότι συνειδητοποίησε καλύτερα από οποιονδήποτε σύγχρονό του ότι οι μέθοδοι που θα χρησιμοποιηθούν για την επανάσταση, θα επηρεάσουν και τη φύση της μετεπαναστατικής κοινωνίας. Γι αυτό τον λόγο απέρριψε τις απόψεις του Bakunin για ένα μυστικό επαναστατικό κόμμα και τόνιζε ότι η κοινωνική χειραφέτηση έπρεπε να επιτευχθεί με ελευθεριακά μέσα. Η άποψή του για τον επαναστάτη απείχε πολύ από εκείνη του Bakunin και του Nechayev . Για τον Κροπότκιν οι σκοποί και τα μέσα ήταν αδιαχώριστα: «Ήταν άκαμπτος στην αντίθεσή του απέναντι σε κάθε τακτική που ερχόταν σε σύγκρουση με τις ευγενείς αρχές του». Αν και κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων του ως αναρχικού αγωνιστή, ο Κροπότκιν ήταν ανάμεσα στους σθεναρότερους υποστηρικτές της «προπαγάνδας μέσω της δράσης» και της τυραννοκτονίας, αργότερα όμως ήταν ολοένα και λιγότερο υπέρ της βίας και εξέφρασε κατ’ επανάληψη την αντίθεσή του στις οργανωμένες εκστρατείες τρομοκρατίας μικρών συνωμοτικών ομάδων, απομονωμένων από τις μάζες. Η τυφλή τρομοκρατία θεωρούσε ότι διέσυρε τον αναρχισμό και αποθάρρυνε του αληθινούς υποστηρικτές του κινήματος.
Το όνομά του συνδέεται με τον αυθεντικό αναρχισμό ο οποίος δεν συνδέεται με τη βία ή την αταξία και το χάος. Η επανάσταση για τον Κροπότκιν αποτελεί μια διεργασία κατά την οποία οι άνθρωποι παίρνουν την τύχη στα χέρια τους μέσα από λαϊκά συμβούλια και θεωρείται πιο δημοκρατική από οποιοδήποτε άλλο είδος διακυβέρνησης της εποχής του. Ήταν επίσης ενθουσιώδης θιασώτης μεταρρυθμιστικών οργάνων όπως οι συνδικαλιστικές ενώσεις, οι εθελοντικές, οι πολιτιστικοί σύλλογοι και οι πολιτικές εφημερίδες. Η βία, επομένως, δεν είναι το κύριο χαρακτηριστικό της αναρχικής του θεώρησης. Στην «Αναρχία» επισημαίνει ότι όσο υπάρχει η βία της εξουσίας, οι άνθρωποι δεν μπορούν παρά να εξεγείρονται αλλά με την επίτευξη της αναρχίας θα σταματήσουν οι εκδηλώσεις βίας γιατί σέβεται την απόλυτη ελευθερία του ατόμου. Η ελευθερία στην αναρχοκομουνιστή του κοινωνία εδραιώνεται στον φυσικό νόμο, το εθιμικό δίκαιο και η κοινωνική αποδοκιμασία ή ο εξοστρακισμός αναγκάζουν σε συμμόρφωση τους παραβάτες. Σε περίπτωση μη συνεργασίας, το άτομο καλείται «να φύγει και να ζήσει σαν ερημίτης». Η αλληλοβοήθεια εντός της κοινότητας επιστρατεύεται για την καταπολέμηση της αντικοινωνικής συμπεριφοράς καθώς η ανάπτυξη των σχέσεων μέσα σ’ αυτή βοηθά στην καταπολέμηση της εγκληματικής συμπεριφοράς. Για τον Κροπότκιν «μια κοινωνία ίσων δεν πρέπει να φοβάται τις αντικοινωνικές πράξεις όταν παντού θα υπάρχουν ελεύθεροι άνθρωποι, όταν όλοι θα έχουν λάβει μια υγιή εκπαίδευση και θα έχουν αποκτήσει τη συνήθεια της αλληλοβοήθειας». Η φιλία, η αδελφική αντιμετώπιση, η ηθική συμπαράσταση, η αλληλοϋποστήριξη, κατά τον φιλόσοφο, αποτρέπει τις αντικοινωνικές πράξεις ενώ το υφιστάμενο σύστημα τιμωρίας είναι πηγή νέων εγκλημάτων. Η επανάσταση, κατά τον Κροπότκιν θα είχε ως πρώτιστο καθήκον την κατάργηση των φυλακών που θα συνοδευόταν από ένα καθεστώς αλληλοβοήθειας και ευκαιριών μέσω της συνεργασίας ώστε η αντικοινωνική συμπεριφορά να εξαφανιζόταν.
Η ανθρώπινη φύση είναι, όπως υποστηρίζει ο Κροπότκιν, έμφυτα κοινωνική, και όχι εκ προοιμίου έμφυτα καλή. Το πώς αυτή αναπτύσσεται και τελικά εκφράζεται εξαρτάται από τον τύπο της κοινωνίας, μέσα στον οποίο ζούμε και δημιουργούμε. Όπως ο Benjamin, αργότερα, αντιπαραθέτει την μυθική βία, τη βία της εξουσίας στην θεϊκή βία και θεωρεί απορριπτέα κάθε μυθική βία που θεσπίζει δίκαιο και είναι η βία που άρχει. Θεωρεί ότι ο καπιταλισμός προωθεί τη βία καθόσον δεν στηρίζεται στην αλληλοβοήθεια αλλά στο δίκαιο του ισχυρού.
*Απόσπασμα από το βιβλίο της Π. Ψυχογιού για τη φιλοσοφία του Κροπότκιν
**Η Παναγιώτα Ψυχογιού είναι διδάκτορας φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ και εργάζεται ως καθηγήτρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.