Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Δύο κείμενα απο φίλους της κοινότητας IAMAREVI...Η Ζωή αλλιώς

Αποτέλεσμα εικόνας για Μια προσωπική αφήγηση μιας φιλοσοφικής θεωρίας

Από τη φίλη της κοινότητας IAMAREVI,
Ιακωβίνα Ισδραχάι
Φαίνεται πως ένα γεγονός, το οποίο δεν είμαστε ακόμη σε θέση να περιγράψουμε, είναι ο γεννήτορας των αισθήσεων, της ύλης, του χώρου/ χρόνου, και της εξιστόρησης του γίγνεσθαι. Τα συστατικά αυτού  που καλούμε ύλη δεν είναι άλλα από την μεταλλαγή μιας ροής φωτονίων που αποκόπηκαν από έναν  ήλιο. Η ίδια η ζωή είναι ηλιακή : μια κλωνιά φωτός που ρίζωσε και μέσω φυσικοχημικών  διεργασιών αναδύθηκε αναπτύσσοντας τις ιδιότητες που αναγνωρίζουμε σε κάθε έμβια ύπαρξη.
Σε μια άγνωστη εποχή έλαβε χώρα ο συνειδητός διαχωρισμός του ατομικού εαυτού από ό,τι αντιλαμβανόμαστε σήμερα ως ζώα. Ο διαχωρισμός εγκαινιάζει την προοικοσιτική εποχή, κατά τη διάρκεια της οποίας τα ζώα εντάσσονται στις διατροφικές συνήθειες, στην οικονομία του προϊστορικού ανθρώπου. Κατά το επόμενο στάδιο του οικοσιτισμού, η ανθρώπινη οικονομία θεμελιώνεται στην μετατροπή ορισμένων ζωικών ειδών από άγριες προς οικόσιτες μορφές. Ο μετασχηματισμός αυτός αποδίδεται ως επίτευγμα στο ανθρώπινο είδος  και επιβεβαιώνει τη μοναδικότητά του:  Το μόνο έλλογο μεταξύ ά-λογων, αυτό που παράγει πολιτισμό, χρησιμοποιεί γλώσσα, αναγνωρίζει τη διαφορά μεταξύ καλού και κακού, ζωής και θανάτου, έχει ελευθερία βούλησης και δράσης.
Η εκ των υστέρων γνώση της ιστορίας ως αφήγημα μικραίνει τα διαστήματα μεταξύ των διαδικασιών. Έτσι, το πέρασμα στη νεωτερικότητα εγκαινιάζει  έναν πρόσφατο όσο και μοναδικό στην ιστορία μετασχηματισμό της οικονομίας των ανθρώπινων κοινωνιών σε μια κατάσταση που καθώς προτάσσει ρήξη με το παρελθόν, εμφανίζει ένα μεγάλο βαθμό ομοιότητας σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Ο χρονικός ορίζοντας του νεοτερικού ανθρώπου περιορίζεται στη διαδρομή από τον Διαφωτισμό στον εκσυγχρονισμό και δεν ενδιαφέρεται για την προ ιστορία. Το πρόθεμα «μετά», που εισάγει ο 20ος αιώνας αν και φαίνεται ότι κηρύσσει  μια επιστροφή στο ένστικτο και την παράδοση, καθώς πηγάζει από τον περιορισμένο ορίζοντα της νεοτερικότητας συνεχίζει να αγνοεί τη βαθιά αρχαιότητα. Οι ανθρώπινες κοινωνίες σκέφτονται τις διαφορές τους από τα ζώα μέσω κοινωνικοοικονομικών και πνευματικών συγκυριών:  Ο Sartre ορίζει τον άνθρωπο ως «καταδικασμένο να είναι ελεύθερος». Η υιοθέτηση αρχών και κανόνων είναι έκφραση της ελεύθερης ανθρώπινης βούλησης: Η ύπαρξή του είναι για τον εαυτό, προηγείται της ουσίας του, ενώ όλων των άλλων πλασμάτων είναι ύπαρξη καθ’ εαυτή : Η διαφορά μεταξύ ανθρώπων και ζώων αφορά στη βιολογική κληρονομιά των δεύτερων έναντι της ανθρώπινης ελεύθερης βούλησης και επιλογής. Στη μετα οικοσιτική εποχή, η συστηματική εκτροφή και κατανάλωση ζώων παραμένει στη βάση της οικονομίας των ανθρώπων και τα οικόσιτα ζώα που συμβιώνουν μαζί τους στις πόλεις περιορίζονται σε λίγα είδη.
Το θέμα της μετατροπής των ζώων από άγριες σε οικόσιτες μορφές επανέρχεται από σύγχρονα οικολογικά κινήματα της μετα-νεωτερικής εποχής. Ωστόσο, εμμένοντας στην ερμηνεία της ανθρώπινης υπεροχής στη φύση, και τη θέση της ουσίας που προηγείται της ύπαρξης των ζώων, ορίζοντας σε αυτά συγκεκριμένες συμπεριφορές, αναγνωρίζουν στα ζώα που συμβιώνουν με τον άνθρωπο εξημέρωση, απώλεια ενστίκτου, αλλοτρίωση της φύσης τους, αποξένωση από την εξελικτική ιστορία τους. Ενώ οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν με διαφορετικούς τρόπους, τα ζώα είναι είτε δέσμια της βιολογίας τους, άγρια στη «φύση» όπως αυτή τα όρισε, είτε εξημερωμένα αλλότρια προς τη φύση τους και υπό τον ανθρώπινο έλεγχο.
Υιοθετώντας τέτοιες απόψεις και αναπαράγοντας αυτά τα σχήματα δημιουργούμε εντέλει  έναν παρά φύσιν χώρο, απόλυτα εναρμονισμένο με τη διάβρωση της βαθιάς δομής της ανθρώπινης συνείδησης, που εκκινεί από τον πρώτο διαχωρισμό και εντείνεται μετά και την παγίωση του καπιταλιστικού οικονομικού συστήματος. Εντός αυτού, και υπό τον ανθρώπινο έλεγχο, τα ζώα αντιμετωπίζονται «ανθρωποποιημένα» (οικόσιτα ή αδέσποτα) ή ως κρέας/ τροφή.
Αν και ο μεταοικοσιτισμός ευνοεί νέες ευαισθησίες (ζώα συντροφιάς, χορτοφαγία, έως και την αμφισβήτηση χάσματος ανθρώπων ζώων με την αναγνώριση δικαιωμάτων σε αυτά), υποτιμά τη νοημοσύνη και την ευρηματικότητά τους, εφόσον δεν τους την αναγνωρίζει. Αν αυτό που είναι φυσικό, ακολουθώντας τα σκαμπανεβάσματα της τύχης, τους ρυθμούς ανάπτυξης του πολιτισμού και τις ανάγκες του οικονομικού συστήματος συνεχώς μεταβάλλει το τοπίο, μπορούμε να πούμε ότι  ένας σκύλος σε μια μεγαλούπολη ζει στο φυσικό του περιβάλλον και τροποποιεί / εναρμονίζει την οικονομία του βάσει αυτού. Ό,τι του κληροδότησε η βιολογία μπορεί να τον περιορίζει, ωστόσο καθώς η πόλη είναι η φύση του,  η οικονομία του από επιλογή θεμελιώνεται στον ανθρώπινο παράγοντα. Η ανθρώπινη δράση προκαλεί διακυμάνσεις και αλλαγές όχι στη φύση/ ένστικτο του ζώου αλλά στις πιθανότητες και επιλογές διαχείρισης της οικονομίας του. Υπό αυτό το πρίσμα, ένα οικόσιτο ζώο δεν αναπτύσσει προθέσεις κυριαρχίας, όχι λόγω του ανθρώπινου επιτεύγματος της εξημέρωσης αλλά προκειμένου για  την οικονομία χρόνου, ενέργειας και τροφής.
Ο παραπάνω συλλογισμός βέβαια κλονίζεται  αν αναλογιστούμε τα ζώα σε συνθήκες αιχμαλωσίας (εκτροφεία, ζωολογικούς κήπους, κλουβιά καταφύγιων κλπ). Η αριθμητική υπεροχή  και η ρώμη τους θα μπορούσαν να αποτρέψουν αυτή τη συνθήκη χάριν της ελευθερίας, εφόσον η αιχμαλωσία είναι μια  επινόηση απ’ αυτές που ακυρώνουν τις επιλογές αλλά όχι και τη βούληση του αιχμαλώτου. Αν, σύμφωνα με τον Sartre  οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να ζουν ελεύθεροι, ενώ τα ζώα δέσμια των ενστίκτων επιβίωσης, η παθητική στάση που κρατούν τα ζώα σε συνθήκες αιχμαλωσίας, πιστοποιεί στην ανθρώπινη θεώρηση την ά-λογη φύση τους, την άγνοια θανάτου και βέβαια την ανθρώπινη κυριαρχία και ανωτερότητα. Με δεδομένο  την πανανθρώπινη βιωματική εμπειρία (στη ροή της ιστορίας) κάποιων  συνθηκών ακραία περιοριστικών, εντός των οποίων τα ανθρώπινα άτομα είτε δεν έχουν επιλογές είτε δεν μπορούν να τις εντοπίσουν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτό που συμβαίνει στα αιχμάλωτα ζώα είναι επίσης μία εκδήλωση της φύσης  ως περιβάλλον ακραία περιοριστικό:  Μια συνθήκη ζωής βάσει της οποίας κανονίζουν και αποδέχονται τους όρους διαβίωσής τους.
Ίσως λοιπόν και πάλι να υποτιμάμε τη νοημοσύνη και τις επιλογές τους, προβάλλοντας την ελευθερία και την  επιβίωση (όπως τα νοεί ο άνθρωπος) ως ανώτερες επιδιώξεις των μορφών της έμβιας ζωής. Η εξημέρωση ως κατάργηση του ενστίκτου είναι η ανθρώπινη αφήγηση/ ερμηνεία της ιστορίας για  τη σχέση ανθρώπων – ζώων μετά το διαχωρισμό, και καθώς ο άνθρωπος πιστεύει τις ιστορίες που λέει για τον εαυτό του, (είναι ένα μάλλον εύπιστο αλλά στενόμυαλο ζώο), η πιθανότητα βουλητικά ελεύθερης απόφασης των ζώων για συμβίωση (έως την αυτοθυσία) με τον άνθρωπο, ξεπερνά την εμπειρία/ αφήγηση. Ωστόσο, ακόμη και ως φαντασία είναι  μία πιθανότητα που θα άξιζε να ερευνηθεί περαιτέρω.

Μια προσωπική αφήγηση μιας φιλοσοφικής θεωρίας

 

Από τον Δημήτρη Φασόλη
Το σύμπαν εμφανίστηκε (και εκκινήθηκε το ξετύλιγμά του), ως συνέπεια «του σπασίματος» της «αρχικής συμμετρίας» ή «υπερσυμμετρίας», όπως μας λένε οι φυσικοί. Η αρχική κατάσταση όμως, πριν από την ύπαρξη του σύμπαντος, λογικά θα πρέπει να εδράζεται σε ένα «σημείο» ή σε έναν «χώρο» ή «χρόνο», σε μια «εξωτική» κοσμική περιοχή, όπως και να το δει κανείς. Αυτή η πρωταρχική συμμετρική κατάσταση είναι επίσης μια πρωταρχική και θεμελιακή, δηλαδή ολιστική, «πληροφορία». Από τη στιγμή που η «ύπαρξη» εκδηλώθηκε και μπήκε σε κίνηση και λειτουργία, άρχισαν να λειτουργούν φυσικές δυνάμεις. Οι δυνάμεις φέρνουν κίνηση και εξέλιξη στον χρόνο και αλλαγή στον χώρο, ο οποίος διαστέλλεται.
Εφόσον έχουμε κίνηση και αλλαγή, μπορούμε να την περιγράψουμε με «διάνυσμα». Το ξεδίπλωμα-ξετύλιγμα του σύμπαντος δεν έγινε με έναν ασυνάρτητο, ασύνδετο ή άτακτο τρόπο. Ακόμη και η τυχαιότητα, υπό αυτές τις προϋποθέσεις, δε σημαίνει κάτι ξένο από προϋπάρχουσες συνθήκες ή καταστάσεις. Η «τυχαιότητα» εδώ νοείται ως το παράδοξο και το πιθανοκρατικό, το χαοτικό και το ασύλληπτα ή άπειρα δημιουργικό και ελεύθερο. Μια «δημιουργική αρχή», με άπειρη δημιουργικότητα-πολυπλοκότητα, όπου η ιδιορρυθμία της είναι εξίσου άπειρη, αλλά ως εκ τούτου, γεννά απειρία μορφών.
Η κίνηση και η αλλαγή επομένως ακολουθούν έναν κανόνα, έναν «αλγόριθμο», λόγω της σύνδεσης με την αρχική κατάσταση και την άπειρη δημιουργική αρχή. Αν και φαινομενικά τυχαία, στην πραγματικότητα δεν είναι, γι’ αυτό και ο «αλγόριθμος». Παρόλα αυτά, ενέχει μεγάλο βαθμό ελευθερίας και εναλλακτικών κατευθύνσεων ή μορφολογικών εκδηλώσεων. Είναι ένα «πείραμα» σε εξέλιξη. Επομένως, αφού το σύμπαν είναι συνδεδεμένο ως προϊόν με αυτήν την αρχική κατάσταση-πληροφορία, δεν μπορεί παρά να διέπεται από μια «πνευματικότητα». Και από «προθετικότητα». Αυτό συνεπάγεται κάποιας μορφής «στόχους» και «σκοπούς» («ενδελέχεια).
Η προθετικότητα εκφράζεται μέσω της «Ανάγκης» και της «Δυνατότητας», αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασής τους, δε, είναι η εξέλιξη του σύμπαντος. Δυνατότητα είναι οι διαφορετικές μορφές, καταστάσεις, δυνάμεις, τάσεις που προϋπάρχουν εν δυνάμει σε έναν χώρο και χρόνο «φανταστικό». Έτσι ώστε να ικανοποιείται η «Ανάγκη» και, μέσω αυτών των δύο, η «προθετικότητα».
Η συμπαντική κίνηση αντανακλάται στη Γη και στη γήινη ζωή. Έτσι λοιπόν και η ίδια η ζωή, η βιολογία αλλά και η φύση γενικότερα, υπάρχουν, μεταλλάσσονται και εξελίσσονται στη βάση αυτών των δύο παραμέτρων ή κινητήριων δυνάμεων: της ανάγκης και της δυνατότητας. Η επιβίωση φαίνεται να διέπεται από αυτές τις δυνάμεις, αλλά και η αυτοοργάνωση της ύλης και των ζωντανών οργανισμών διευκολύνεται και στηρίζεται πάνω σε αυτές, όπως επίσης στη μεταξύ τους σχέση-αλληλεπίδραση. Έτσι η ολοένα σε ανώτερα επίπεδα εξέλιξη, δηλαδή η αναβαθμιζόμενη αυτοοργάνωση της ύλης από τις απλές οργανωτικές συσσωματώσεις έως την ανάδυση πνευματικών και συνειδησιακών μορφών-δομών ζωής, προωθείται από τη διανυσματική σχέση-λειτουργία αυτών των δύο θεμελιακών ή πρωταρχικών αρχών (ή, αλλιώς, νόμων, εντολών, πληροφοριών).