Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2016

ΝΑ ΜΗΝ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΝΟΕΜΒΡΗ ΛΕΙΑ Σ’ ΟΣΟΥΣ ΑΚΟΜΗ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΣΒΗΣΟΥΝ TH «ΦΩΤΙΑ ΠΟΥ ΑΝΑΨΕ ΤΟΤΕ ΣΤΟΝ ΚΑΜΠΟ»

politex_3Εν όψει της 43ης ετήσιας εκδήλωσης μνήμης για την εξέγερση του 1973, αναδημοσιεύουμε κάποια από τα κείμενα που δημοσιεύθηκαν στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ σε σχέση με αυτό το γεγονός. Το κείμενο που ακολουθεί δημοσιεύθηκε στο φύλλο 66, Νοέμβριος 2007.

Όποιος αρνείται την ιστορία του,
Σκάβει το λάκκο για ολάκερες γενιές

Άλλη μια χρονιά προστίθεται από τότε που ξέσπασε η Μεγάλη Επαναστατική Εξέγερση το Νοέμβρη του 1973. Τότε και τώρα. Χτες και σήμερα. Μνήμη και εμπειρία. Λήθη και αναλγησία. Αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα και καταστάσεις. Πραγματικότητα και ψεύδη. Φανφαρονισμοί και σύνεση. Σπέκουλα και ανιδιοτελής προσφορά.

Μια αλυσίδα από σκέψεις, προβληματισμούς και εμπειρίες έρχονται αυτές τις μέρες της επετείου να συμβάλουν και να εμπλουτίσουν τη δράση των ανθρώπων ενάντια στην καταπίεση κι εκμετάλλευση και στην αιτία που προκαλεί, αναπαράγει και επεκτείνει αυτές τις καταστάσεις: την οργανωμένη, θεσμισμένη και συγκροτημένη εξουσία, το κράτος.

Αυτές οι εμπειρίες δεν μένουν στο κενό, δεν αφήνονται να μαραζώσουν, γιατί είναι μια ανεξάντλητη πηγή απ’ όπου μπορεί να γίνει κατανοητή από το τότε μέχρι σήμερα η πανουργία, η διαστρέβλωση και η διαδικασία για την ένταξη μέσα στα όρια των εξουσιαστικών επιδιώξεων, όλης της δημιουργικότητας των ανθρώπων, μέσα από τη συνεχή δράση τους για ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, ισότητα.

Η εξέγερση το Νοέμβρη του 1973, κάθε κοινωνική εξέγερση, είναι πολύ πιο κοντά στις αναρχικές απόψεις, θεωρήσεις και πρακτικές από οποιαδήποτε «επαναστατική» ιδεολογία. Η επανάσταση, όπως και η εξέγερση, είναι ένα μέσο για την επίτευξη της αναρχίας.

Αυτές οι συνταρακτικές «στιγμές» που έχει δημιουργήσει η ανθρωπότητα διαλύουν όλες τις υπάρχουσες δομές, αποδιοργανώνουν την εξουσία και το κράτος σε όποια μορφή κι αν βρίσκεται, καταρρακώνουν τα επιχρίσματα και αποκαθιστούν την πραγματικότητα.

Τότε είναι που οι εξουσιαστές επανέρχονται με την απροσχημάτιστη χρήση της βίας, προκειμένου να συντρίψουν την εξέγερση ή την επανάσταση και να ξαναφορέσουν τις αλυσίδες στους σκλαβωμένους, οι οποίοι τις έσπασαν. Τότε είναι που κάθε επαναστατική ιδεολογία αποδεικνύεται πως βρίσκεται πιο κοντά στον κρατισμό από ποτέ. Όλες οι επαναστατικές ιδεολογίες και μεθοδεύσεις ζητούν να μετατρέψουν την πηγαία εξέγερση των ανθρώπων σε κατευθύνσεις εναλλαγής των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών που υπάρχουν με άλλες που προϋπήρχαν ή που πρόκειται να εμφανιστούν. Τότε είναι που αποδεικνύεται πως η εξέγερση και η επανάσταση είναι τα ΜΕΣΑ κι όχι ΑΥΤΟΣΚΟΠΟΣ. Επειδή, αν τελικά όλα σταματήσουν σε μια εξέγερση ή μια επανάσταση τότε είναι επόμενο να αποκατασταθούν με βίαιο αλλά και «ομαλό» τρόπο οι συνθήκες δουλείας, που θα αποκτήσουν άλλη ονομασία και διαφορετική απόχρωση. Στην προκειμένη περίπτωση είχαμε μετά από λίγο την «επαναφορά της δημοκρατίας». Αντίθετα, όταν οι κοινωνικοί στόχοι κατευθύνονται προς την αναρχία τότε η σύγκρουση είναι ακόμα πιο σφοδρή και οι δυνατότητες για μια ομαλή επαναφορά της τάξης περισσότερο δυσοίωνες. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως οι επαναστάτες και οι δημοκράτες συκοφάντησαν και κατέστειλαν τα αναρχικά πανώ και συνθήματα που υπήρχαν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και ήρθαν σε έντονη αντιπαράθεση με τους αναρχικούς στη διάρκεια της κατάληψης του 1973. Γι’ αυτούς η εξέγερση ήταν μια ακόμα ευκαιρία για να ετοιμάσουν το βόλεμά τους μέσα στο σύστημα καταπίεσης κι εκμετάλλευσης, μια ευκαιρία όπου όλοι αυτοί οι παραγκωνισμένοι να αισθανθούν την οσμή της κτηνωδίας που διαχέεται από τους εξουσιαστικούς θώκους. Και όπως φάνηκε πολύ γρήγορα οι περισσότεροι από αυτούς πέτυχαν τους σκοπούς τους. Άλλοι ήρθαν μετά από χρόνια καταϊδρωμένοι για να προλάβουν να ρημάξουν τα λιγοστά αποθέματα της πίτας που άφησαν οι προηγούμενοι.

fil2206Η δυνατότητα των ανθρώπων να εξεγείρονται είναι ο δημιουργικός τρόπος για την καταστροφή των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών. Η ελευθερία περνά μέσα από αυτή τη δημιουργική καταστροφή. Η διάρκεια της εξεγερτικής ή της επαναστατικής συνθήκης αποτελεί ένα στοιχείο για το προχώρημα της διεργασίας προς την ατομική και κοινωνική απελευθέρωση. Εκεί είναι που δοκιμάζονται οι δυνατότητες της ανθρωπινότητας και της αλληλεγγύης, αλλά και της καταστροφικής δράσης ενάντια στα εξουσιαστικά κατασκευάσματα.

Αυτό είναι και το σημαντικό στοιχείο που πρόσφερε μεταξύ των άλλων και η εξέγερση του 1973. Η πηγαία αντίδραση χιλιάδων ανθρώπων και η συμμετοχή τους στο κάλεσμα για διαρκή κινητοποίηση, εξέγερση και σύγκρουση γύρω από το Πολυτεχνείο πήρε ευρύτερες διαστάσεις.

Αυτή η εκρηκτική πραγματικότητα ξεπέρασε τις προσδοκίες ακόμα και των πιο αισιόδοξων επαναστατών της εποχής. Γιατί είναι άλλο πράγμα η προετοιμασία μιας εξέγερσης κι άλλο να την βλέπεις να ζωντανεύει και να δρα με τον ανεξέλεγκτο και σαρωτικό τρόπο, που προκαλεί τρόμο ακόμη και στις εμφανιζόμενες σαν ακραίες ριζοσπαστικές απόψεις.

Η δημοκρατική εναλλαγή, που ακολούθησε την σύντομη περίοδο της Ιωαννιδικής επιβολής, ήρθε για να επιβεβαιώσει πως μετά από τόσες χιλιετίες η κυριαρχία μπορεί να επουλώνει ακόμα και τις πιο βαθιές πληγές που της προκαλεί η εξεγερτική και επαναστατική δράση, όταν υπάρχει αδυναμία συνέχισης της σύγκρουσης μέχρι την καταστροφή των θεσμών και μηχανισμών της, προβάλλοντας μια από τις πολλές παραλλαγές διαχείρισης και διατήρησης της υποδούλωσης των ανθρώπινων κοινωνιών.

Μέσα σε ελάχιστο διάστημα οι παροχές προς την αριστερά (κομμουνιστική και μη) άρχισαν να εισρέουν αφειδώς. Νομιμοποίηση του ΚΚΕ, κατάργηση του Αναγκαστικού Νόμου 509/47, αλλά και απαίτηση προς όλους να δηλώσουν υποταγή στην μορφή του (πολιτεύματος) τρόπου διατήρησης των συνθηκών υποταγής κι εκμετάλλευσης.

Βέβαια το τέχνασμα δεν έφερε με το πρώτο τούς καρπούς. Αλλά το βέβαιο είναι πως έγιναν πολλές σπονδές στον γνωστό-άγνωστο θεό της διαμεσολάβησης και της χειραγώγησης, που βρέθηκε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα να γνωρίζει περιόδους αίγλης και υποστήριξης.

Παρ’ όλα αυτά χρειάστηκαν ακόμα 17 χρόνια, ώστε αυτή η δημοκρατία να αρχίσει να παίρνει τη μορφή και το περιεχόμενο που θα την έκανε πανηγυρικά αποδεκτή απ’ όλες τις πλευρές της κυριαρχίας. Ήταν η εποχή όπου τα πλαστά τείχη γκρεμίστηκαν μαζί με τις διαφορές κι όλοι μαζί ξεχύθηκαν να λεηλατήσουν ό,τι ακόμα είχε απομείνει από την ανθρωπότητα.

Το ότι όμως επιλέχτηκε σαν καθοριστικό μέσο επιβολής για τις παρούσες συνθήκες το δημοκρατικό μοντέλο, δεν σημαίνει πως δεν είναι διαθέσιμες όλες οι εναλλακτικές λύσεις για την διατήρηση των αυταπατών στους υποταγμένους. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να μας διαφεύγει. Η ενίσχυση του μοντέλου αυτού, με τη χρήση των πλέον επιθετικών και κατασταλτικών μέσων προς κάθε προσπάθεια των ανθρώπων να εναντιωθούν και να δράσουν ενάντια στο κράτος και τις επιλογές του, —οι οποίες προωθούνται από τις εκάστοτε συμπολιτευόμενες ή αντιπολιτευόμενες ομάδες κυριαρχίας—, κάνει ακόμα πιο φανερή την σκοπιμότητα της χρήσης των διάφορων μορφών διαχείρισης των εξουσιαστικών υποθέσεων.

Η δημοκρατική διαχείριση έλαμψε με την παρουσία της σ’ όλη την λεγομένη μεταπολιτευτική περίοδο. Έτσι, δόθηκε η συνέχεια στα όσα είχαν ξεκινήσει κάτω από τις συνθήκες του «γύψου», τα οποία με τη σειρά τους αποτελούν συνέχεια και προέκταση αυτών που «ανοικοδομούσαν» τον ελλαδικό χώρο, μετά τη λήξη της κατοχής και τον τερματισμό της δεύτερης εσωτερικής αναμέτρησης, το 1949.

Είναι χαρακτηριστικό πως όλες οι μερίδες της ελλαδικής αλλά και ευρύτερης κυριαρχίας είχαν προχωρήσει σ’ όλο αυτό το διάστημα της επταετούς δικτατορίας σε ανοιχτές ή συγκεκαλυμμένες συμφωνίες για την κατάσταση και τις συνθήκες που θα διαμορφώνονταν μετά την απομάκρυνση της δικτατορίας. Αυτό δεν υπόκειται πλέον σε κανενός είδους αμφισβήτηση, αφού η όλη πορεία που ακολουθήθηκε και η στάση των φορέων της αριστερής, δεξιάς, κεντρώας, σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής εκδοχής της κυριαρχίας στράφηκε με απερίγραπτη επιθετική μανία ενάντια στις κοινωνικές συγκρούσεις και τα εξεγερτικά γεγονότα σ’ όλο αυτό το διάστημα των τριάντα τεσσάρων χρόνων.

Από τις ήπιες διαδικασίες της αφομοίωσης μέχρι την πλήρη συνεργασία με τους μηχανισμούς καταστολής, όλες οι μερίδες του κρατισμού διέθεσαν τις δυνάμεις και τις δυνατότητές τους για να υποτάξουν αυτό που ξέσπασε τον Νοέμβρη του 1973, διασπώντας τις γραμμές της ομαλής εναλλαγής στο εξουσιαστικό μπλοκ ή, στην πιο περίπλοκη περίπτωση, της εναλλαγής με έντονες τριβές αλλά χωρίς τα τεράστιας έκτασης πλήγματα που υπέστη εξ’ αιτίας της εξέγερσης.

Γιατί αυτό που ξέσπασε το Νοέμβρη ήταν μια πραγματική κοινωνική εξέγερση που φυσικά και είχε όλη την πολυσυνθετότητα που υπάρχει σε τέτοιες καταστάσεις. Το ζήτημα όμως δεν βρίσκεται εκεί, αλλά στο ότι αποτελούσε την συνέχεια μιας εσωτερικής κοινωνικής διεργασίας ανταγωνιστικής προς τις συνθήκες καταπίεσης κι εκμετάλλευσης και που έχει την προέλευσή της στις μεταπολεμικές συνθήκες κοινωνικού ανταγωνισμού που υπήρχαν.

Αν τα πράγματα σταματούσαν εκεί θα ήταν εύκολα για το κράτος. Όμως πήγαν ακόμα πιο μακρυά. Αυτό το «μακρυά» είναι αυτή ακριβώς η μακρυά αλυσίδα κοινωνικών συγκρούσεων, διαδηλώσεων, πορειών, εξεγερτικών γεγονότων, καταλήψεων δημόσιων κτιρίων, κλεισιμάτων δρόμων και τόσων άλλων πρακτικών και κινητοποιήσεων που θα μπορούσαν να υπολογιστούν αριθμητικά με τον ξεσηκωμό του ελλαδικού πληθυσμού για πέντε, τουλάχιστον, φορές σ’ όλο αυτό το διάστημα που έχει μεσολαβήσει από το 1973 μέχρι σήμερα.

politΟι διεργασίες που προκύπτουν μέσα από τον κοινωνικό ανταγωνισμό όχι μόνο δεν είναι αμελητέες αλλά και δεν αποτελούν ξεκομμένα κομμάτια ασύνδετα μεταξύ τους. Ο κόσμος δεν αρχίζει με την μεταπολίτευση, όπως και δεν τελείωσε με την επιβολή της δικτατορίας.

Από την πρώτη στιγμή όλα τα πολιτικά επιτελεία του λεγόμενου αντιδικτατορικού αγώνα πρόταξαν -τι άλλο;- την δημοκρατία. Απέδωσαν την εξέγερση «στο πάθος των ανθρώπων για δημοκρατία». Χωρίς να αμφισβητήσουμε πως κάτι τέτοιο αποτελεί ένα μέρος της πραγματικότητας, αν ήταν έτσι τα πράγματα τότε όλα θα είχαν σταματήσει με την λεγόμενη μεταπολίτευση.

Όλα όσα επακολούθησαν αποδεικνύουν πως αυτό το «πάθος» για το όποιο διάστημα και για την όποια ομάδα ανθρώπων ίσχυσε, αποτελεί απλά μέρος μιας γενικότερης κατάστασης. Ακόμα και οι εικόνες που μεταδόθηκαν αποδεικνύουν την πολυσυνθετότητα αλλά και την προσπάθεια επιβολής συγκεκριμένων δημοκρατικών κατευθύνσεων από τις οργανωμένες ομάδες καταστολής των κομματικών, αφού οι σχεδιασμοί για την απομάκρυνση των εξεγερμένων από το χώρο του Πολυτεχνείου στέφθηκε με απόλυτη αποτυχία, με την επέμβαση ων αρμάτων μάχης.

Όλο το σκηνικό της λεγόμενη μεταπολιτευτικής περιόδου στήθηκε στην ενίσχυση αυτής της ψευδαίσθησης του δημοκρατικού αγώνα. Μιας ψευδαίσθησης που προσπάθησε να διαποτίσει αγωνιζόμενα κοινωνικά κομμάτια χωρίς όμως σημαντικά αποτελέσματα. Γιατί είναι πολύ εύκολο να γυρίζει κανείς την πλάτη στην πραγματικότητα προβάλλοντας διάφορα προσχήματα δανεισμένα από την επιτήδεια προπαγάνδα των φυλλάδων της εξουσίας για «πανηγύρια», «λουλουδάδικα», «σουβλάκια» και άλλες εύπεπτες αποπροσανατολιστικές γαρνιτούρες. Είναι αυτά που προβάλλονταν για αρκετά χρόνια, δίνοντας, συνάμα, το απαραίτητο άλλοθι, σ’ όσους ασπάζονταν και αναπαρήγαγαν με ευκολία αυτούς τους κατώτατης υποστάθμης αφορισμούς, να απομακρυνθούν από μια πραγματικότητα που μπορούσε να «ξανανάψει τη φωτιά στον κάμπο».

Η αλήθεια όμως βρίσκεται ακριβώς σ’ αυτό το σημείο: Όλοι πάλεψαν για να ξεχαστεί αυτή η επέτειος βάζοντας πολλές φορές στην καταφρόνια ακόμα και αυτή τη λέξη.

Η εξέγερση του Νοέμβρη του 1973, όμως, δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός και δεν μπορεί να περάσει στα αζήτητα. Δεν είναι, πολύ περισσότερο, μια γιορτή της Δημοκρατίας. Αυτό είναι ένα παραμύθι που διοχέτευσε η κυριαρχία προς τους κάθε λογής κακοπροαίρετους ή καλοπροαίρετους αποδέκτες. Κι ο λόγος είναι πολύ απλός: Η, όσο το δυνατόν, μεγαλύτερη απομάκρυνση της αγωνιζόμενης ή εν δυνάμει διαθέσιμης για δράση κοινωνίας, να αναπτύξει μια αντιπαράθεση ενάντια στο κράτος και τις επιλογές των διαχειριστών της εξουσίας.

Δίπλα σ’ αυτή τη λογική υπήρχε η αμείλικτη πραγματικότητα των χιλιάδων και –στις χειρότερες μέρες της πιο αδυσώπητης κατασταλτικής βίας– εκατοντάδων διαδηλωτών που πλαισίωναν το μπλοκ της ανυποταξίας απέναντι στα κελεύσματα των εξουσιαστών, των βολεμένων και των υποτακτικών. Αυτό το παρόν που έκανε τους εξουσιαστές να επιστρατεύουν κάθε χρόνο τεράστιες δυνάμεις για να επιτεθούν στην έμπρακτη αναφορά στους εξεγερτικούς και συγκρουσιακούς αγώνες.

Αυτή η διαφορετική επιλογή που κάθε χρόνο πλαισιώνει το αναρχικό μπλοκ δείχνοντας πως η μνήμη και η εμπειρία δεν είναι λόγια παχιά για να ιδεολογικοποιείται η φυγή. Μια επιλογή που για 34 ολόκληρα χρόνια δεν μπόρεσαν να την εξαφανίσουν, γιατί ήταν από αυτό το ζωντανό κομμάτι που το φοβούνται οι εχθροί της ελευθερίας, συκοφαντώντας το και καταστέλλοντάς το και οι «φίλοι» αποφεύγοντας να αντιμετωπίσουν την αμείλικτη πραγματικότητα: πως αυτό που αναζητούν πολλές φορές μάταια στους ουρανούς βρίσκεται εδώ στη γη και πολύ, πάρα πολύ, κοντά. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητό πως την ελευθερία δεν μπορείς και δεν είναι δυνατόν να προσπαθείς να την καθοδηγήσεις και να την φέρεις στα μέτρα των τεχνικών που αποσκοπούν στον περιορισμό της. Απλά μπορείς να συμπορευτείς συνθέτοντας και συμβάλλοντας…

Γιατί μέσα από αυτή την –ας το πούμε κι έτσ– επετειακή παρουσία κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να λογοδοτήσει σε κανέναν αυτόκλητο τιμητή για τις προηγούμενες ή επόμενες δραστηριότητές του στον κοινωνικό χώρο, κάτι άλλωστε που κι ο ίδιος δεν έχει ζητήσει να κάνουν όλοι αυτοί οι ειδικοί της ανάλυσης, που σπεύδουν να αφορίσουν πολλές φορές από την πιο συντηρητική σκοπιά.

Αυτό, λοιπόν, το «φαινόμενο» εκτός των άλλων έρχεται να υπενθυμίσει πως η εξέγερση δεν έγινε για να εγκαθιδρυθεί η όποια δημοκρατία. Και δεν έρχεται να στοχοποιήσει την δημοκρατία για να επανέλθει η δικτατορία, όπως κακόβουλα υποστήριζαν τα αριστερά και κομμουνιστικά επιτελεία στα πρώτα χρόνια της λεγόμενης μεταπολίτευσης.

Εδώ πάντως χρειάζεται να επισημανθεί πως, όπως η στοχοποίηση μιας μορφής διαχείρισης των κρατικών υποθέσεων, είτε αυτή εμφανίζεται με το προσωπείο της δικτατορίας, είτε με το προσωπείο της δημοκρατίας ή ακόμα και με την όποια ενδιάμεση παραλλαγή, που έχει σαν δεύτερο συνοδευτικό τη λέξη δημοκρατία, δεν δίνει την προοπτική μιας συνολικής απελευθερωτικής πρότασης και δράσης μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα η εμπειρία των κοινωνικών αγώνων και ιδιαίτερα αυτή της εξέγερσης του Νοέμβρη του 1973 είναι παραπάνω από σημαντική.

Η ανάδειξη των δεινών που προκαλούνται από το κράτος και το κεφάλαιο στις ανθρώπινες κοινωνίες χάνεται, όταν υπεύθυνη γίνεται η όποια μορφή διαχείρισης. Άλλωστε αυτό είναι σύμφωνο με τα όσα έχει θέσει σαν προδιαγραφές η κυριαρχία: την εναλλαγή των διάφορων μορφών επιβολής. Έτσι, για τα δεινά του κόσμου έφταιγε η δικτατορία και οι διάφοροι εκφραστές της, όπως και στις μέρες μας υπεύθυνη συμβαίνει να εμφανίζεται η δημοκρατία και οι εκάστοτε εκφραστές της. Αυτές οι τοποθετήσεις απέχουν πολύ από μια απελευθερωτική προοπτική. Η ασάφεια, είτε είναι σκόπιμη, είτε είναι λόγω άγνοιας, ωφελεί την κυριαρχία.

Ο αγώνας ενάντια σε μια μορφή κρατικής διαχείρισης εξεγερτικός ή επαναστατικός δεν αμφισβητεί ούτε στρέφεται ενάντια στην κυριαρχία, τον κρατισμό και τον καπιταλισμό. Ίσα – ίσα, δίνει την ευκαιρία και τα εχέγγυα στους εξουσιαστές να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο γι’ αυτούς τρόπο την διάθεση για καταστροφή των εξουσιαστικών σχέσεων και δομών και να αντικαταστήσουν τις αλυσίδες με άλλες, που θα έχουν διαφορετικό όνομα όπως λαϊκή δημοκρατία, σοσιαλιστική δημοκρατία, άμεση δημοκρατία και μια σειρά άλλα παράγωγα που υπάρχουν ή μπορούν να εφευρεθούν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες διατήρησης των συνθηκών κυριαρχίας.

 

 

πηγή: